Τρίτη 30 Ιουνίου 2020

π. Διονύσιος Ταμπάκης: Χάπι έντ! - ὁ Θεὸς δέν μᾶς ἔπλασε γιά τήν κόλαση, μᾶς ἔπλασε γιά τήν εὐτυχία!

ΓΕΡONΤΑ, γιατί οἱ ἄνθρωποι τῆς πίστεως εἶναι συνήθως κατηφεῖς καὶ σκυθρωποὶ σὰν τοὺς ὑπαλλήλους τῶν Γραφείων Τελετῶν;
– Δυστυχῶς κάποιες φορὲς ἡ ἁγία πίστη μας ἀπὸ «θρησκεία τῆς νίκης» πάνω στὴν κόλαση γίνεται γιὰ μερικοὺς ἡ «θρησκεία τῆς κολάσεως.»

Ἀντὶ τῆς χαρᾶς τῆς Με ταμορφώσεως, ἀντὶ τοῦ θαβωρίου Φωτὸς καὶ τοῦ «καλόν ἐστιν ἡμᾶς ὧδε εἶναι», ἀντὶ τοῦ ἀναστάσιμου «χαίρετε καὶ ἀγαλλιᾶσθε», ἐμεῖς τηροῦμε τὴν καθολικὴ κατήφεια καὶ τὴν νευρωτικὴ ἔνοχο συνείδηση, ποὺ φέρει τὴν ἀρρωστημένη, ἰσόβια αὐτοτιμωρία. 
Ἔχει κάτι ἡ ἀνθρώπινη φύση μέσα της, ποὺ τῆς ἀρέσει νὰ ἐξιλεώνεται μὲ τὴν μιζέρια καὶ τὴν δυστυχία της, γι’ αὐτὸ καί, ἂν κάποτε ἀνατείλει γιὰ λίγο χαρωπὸ φῶς μέσα ἀπὸ τὰ σύννεφα τῆς ψυχῆς μας, τὸ προσλαμβάνουμε αὐτὸ ὡς γεγονὸς μὴ φυσιολογικὸ καὶ ἐπικίνδυνο.
Ὅταν ἔχουμε χαρά, αἰσθανόμαστε ἔξω ἀπὸ τὰ νερά μας, λὲς καὶ ὁ Θεὸς μᾶς ἔπλασε γιὰ τὴν κόλαση καὶ ὄχι γιὰ τὴν εὐτυχία!

Τρίτη 16 Ιουνίου 2020

Όταν δίνεις πλουτίζεις, δεν φτωχαίνεις

Η φιλανθρωπία είναι ισάξια με την αγάπη. Το να θέλει κανείς να βοηθήσει το κοινωνικό σύνολο με ανυστερόβουλες πράξεις, είναι μεγάλη αρετή. Η παρακάτω ιστορία, μιλάει για έναν φούρναρη ο οποίος δεν πρόσφερε ποτέ τίποτα. Ωστόσο, ακόμα και αργά, αποφάσισε να αλλάξει τον τρόπο ζωής του.
Ο φούρναρης γκρίνιαζε συνέχεια στην γυναίκα του, που πήγαινε στις εκκλησίες και έδινε στους φτωχούς και στους εράνους. 
Μια μέρα, εκεί που έβγαλε το ζεστό ψωμί και μοσχοβόλησε η… γειτονιά, ήρθε και στάθηκε στην πόρτα του ένας φτωχός.– Αφεντικό, όλα αυτά τα ψωμιά είναι δικά σου;– Αμ΄ τίνος να’ναι;– Και δεν τα τρως;– Βρε φύγε από δω!– Δώσε μου και μένα ένα ψωμάκι που πεινάω.
– Φύγε σου είπα, παράτα με.
– Αφεντικό!– Φεύγεις ή δεν φεύγεις;Αφεντικό! Παρακαλούσε ο φτωχός…
Δεν πρόλαβε να τελειώσει, και ο φούρναρης πετάει ένα ψωμί στο κεφάλι του. Έσκυψε ο φτωχός και το ψωμί τον πήρε ξυστά και έπεσε παραπέρα. Τρέχει, το αρπάζει, κάθεται σε μια γωνιά και το τρώει…  Ο φούρναρης όλη μέρα ήταν νευριασμένος για τον γρουσούζη επισκέπτη και το ψωμί που έχασε. Ας τολμήσει να ξανάλθει, έλεγε!
Τη νύχτα, κάπου δύο μετά τα μεσάνυχτα, πετάγεται ο φούρναρης από τον ύπνο του τρομαγμένος και καταϊδρωμένος.

Γυναίκα, σήκω, ξύπνα. Φέρε μου μία φανέλα να αλλάξω και να σου πω …; 
Γυναίκα, πέθανα λέει, και μαζεύτηκαν γύρω μου Άγγελοι και διάβολοι. Ποιος να πάρει την ψυχή μου. Σε μια μεγάλη ζυγαριά όλο και πρόσθεταν οι τρισκατάρατοι τα κρίματά μου. Και ο ζυγός βάρυνε και βάρυνε και οι Άγγελοι δεν είχαν τίποτα να βάλουν και λυπόντουσαν. 
Σε μια στιγμή, ένας Άγγελος φωνάζει: Το ψωμί! Αυτό που χόρτασε τον πεινασμένο. Βάλτε το στον άλλο ζυγό.
Οι διάβολοι φώναξαν: Το ψωμί δεν το έδωσε. Το έριξε να σπάσει το κεφάλι του φτωχού. 
Και απάντησαν οι Άγγελοι: Όμως χόρτασε τον πεινασμένο και εκείνος έδωσε την ευχή του. Και που λες γυναίκα μου, εκείνο το ψωμί έκανε και έγειρε η ζυγαριά αντίθετα και σώθηκα. Το λοιπόν, δίνε, δίνε και μη σταματάς. Και εγώ θα δίνω. Αχ, και να ξανάρθει εκείνος ο φτωχός!

Επιτέλους το κατάλαβε και ο φούρναρης, ότι κερδίζει όταν δίνει. Εμείς όμως; 
Το έχουμε καταλάβει; 
Μήπως φοβόμαστε να δώσουμε; 
Μήπως η “κρίση” μας βούλιαξε στην ολιγοπιστία; 
Μήπως είναι καιρός να αρχίσουμε να γινόμαστε και λίγο χριστιανοί;;; Και να πιστεύουμε ακλόνητα, πως όταν δίνουμε, αντί να φτωχαίνουμε, πλουτίζουμε. 
Ας το αποδείξουμε εμπράκτως. 
Κάποιοι άνθρωποι έχουν ανάγκη και περιμένουν έστω και ένα κομμάτι ψωμί…
Η πρώτη θυγατέρα του Θεού είναι η ελεημοσύνη, αυτή η ελεημοσύνη κατέπεισε τον Θεό και έγινε άνθρωπος, για να σώσει τον άνθρωπο…
Εξάλλου, σκεφτείτε πως δεν είναι πάντα εύκολη η ζωή. Αν όλοι νοιαζόμασταν τους άλλους, τότε αν ποτέ έρθει και σε εμάς κάποιο κακό, κάποιος θα υπάρξει που μπορεί να μας στηρίξει.

Ενημερωτικό
istologio

Τρίτη 9 Ιουνίου 2020

Ο ΕΦΙΑΛΤΗΣ

ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ
Ψηλός, ορμητικός, μεγαλόπρεπος, πρόβαλε επιτέλους στο βάθος του δρόμου ο πρώτος μαραθωνοδρόμος, βάζοντας τέρμα στην έκδηλη ανυπομονησία του κόσμου. Ο ιδρώτας χρύσωνε το μελαψό στιβαρό του κορμί, καθώς το έλουζαν οι αχτίνες του ήλιου. Φάνταζε αρχαίος μαραθωνομάχος, που απ’ την ίδια διαδρομή έφερνε στους τότε Αθηναίους το μήνυμα της νίκης από τη μάχη του Μαραθώνα. «Αθήνα, 2004»! Οι Ολυμπιακοί στην αρχαία κοιτίδα τους αναβίωναν παλιές μνήμες από τη μακραίωνη ιστορία της ελληνικής γης.
Λίγες δεκάδες μέτρα ήθελε ακόμα για να δρασκελίσει την είσοδο του μεγάλου σταδίου ο υπέροχος αθλητής. Σαράντα τόσα χιλιόμετρα [1]  διέτρεξε ήδη με απαράμιλλη αντοχή. Σε λίγες στιγμές θα έκοβε το νήμα πάνω στη γραμμή τερματισμού μέσα στο στάδιο. Θα κατακτούσε το μεγάλο τρόπαιο: Χρυσό μετάλλιο στον ολυμπιακό μαραθώνιο. Το όνειρο της ζωής του αναδυόταν μπρος του χειροπιαστό. Χρυσός ολυμπιονίκης! 
Χιλιάδες άνθρωποι μέσα και έξω από το στάδιο, στις δυο μεριές του δρόμου, γέμιζαν ήδη τον αέρα με τις νικητήριες ιαχές. Ο μαραθωνοδρόμος έτρεχε ασθμαίνοντας. Οι καλογυμνασμένοι του μύες λειτουργούσαν στο μάξιμουμ. Η ανάσα του έβγαινε σφυριχτή και γρήγορη, μαρτυρώντας την τρομερή του ένταση.
Μα η ενθουσιώδης ατμόσφαιρα τον συνεπήρε. Τον σήκωσε, θαρρείς, στον αέρα και αυτόν, κάνοντάς τον να νοιώσει ανάλαφρος, παρά την κούρασή του.
Από την πλατειά είσοδο έβλεπε κιόλας μέσα στο στάδιο το νήμα του τερματισμού να πάλλεται ανυπόμονο στις ελαφρές ριπές του ανέμου. Στη θέα του ένοιωσε μια καινούργια δύναμη να πλημμυρίζει τα κουρασμένα του μέλη και αναπτερωμένος όρμησε για την τελική νίκη.
Και τότε…
Μέσα απ’ το πλήθος που παραληρούσε στις άκρες του δρόμου, ξεχώρισε, εντελώς ξαφνικά, ένας άνθρωπος. Έτρεξε γρήγορα προς τον λαχανιασμένο μαραθωνοδρόμο, έπεσε πάνω του με δύναμη και με τον όγκο του σώματός του τον έριξε στη γη. Ο κόσμος για μια στιγμή πάγωσε. Οι αστυνομικοί έτρεξαν και συνέλαβαν αμέσως τον ταραξία. Μα το κακό είχε γίνει.
Τί ήταν αυτός; Παρανοϊκός; Μεθυσμένος; Αναρχικός; Προσωπικός εχθρός του αθλητή; Δεν είχε πια σημασία. Ο άτυχος μαραθωνοδρόμος, ξαφνιασμένος απ’ το απρόοπτο, καταπονημένος από την άσχημη πτώση και την κούραση, δεν κατάφερε να σηκωθεί έγκαιρα. Ο δεύτερος αθλητής επέλαυνε ήδη ακάθεκτος. Και πίσω από αυτόν, με διαφορά δευτερολέπτων, ο τρίτος, ο τέταρτος, ο πέμπτος…
Όταν ο πρώτος αθλητής στάθηκε πάλι στα πόδια του και ξαναμπήκε στην κούρσα, ήταν πλέον αργά. Το νήμα είχε ήδη κοπεί. Το χρυσό μετάλλιο είχε περάσει πια σε άλλα χέρια. Το όνειρο είχε κάνει φτερά!
Τί ατυχία!
Σκληρή προετοιμασία, πολύχρονη προπόνηση, μεγάλα όνειρα, βαθειές προσδοκίες, δυνατές ελπίδες για μια σίγουρη νίκη, πήγαν όλα χαμένα. Έσβησαν σε μια μόνο στιγμή. Από κάποιον αστάθμητο παράγοντα. Τόσο γρήγορα! Τόσο εύκολα! Τόσο απλά!
Τί αποκαρδιωτικό!
Με τον δικό σου τώρα μαραθώνιο των εξετάσεων τί γίνεται;
Σίγουρα εσύ έχεις λάβει τα μέτρα σου. Πρόβλεψες τα δύσκολα. Μελέτησες τις κακοτοπιές. Προπονήθηκες στα επικίνδυνα. Λοιπόν; Πανέτοιμος;
Ίσως!
Αλλά το αναπάντεχο; Το απρόοπτο της τελευταίας στιγμής; Εκείνο που δεν εξαρτάται από σένα; Μπορείς να το αποκλείσεις αυτό; Δυστυχώς όχι. Ο ιός της ατυχίας εισβάλλει παντού. Εισβάλλει απροσδόκητα. Όσα μέτρα κι αν πάρεις. Αυτό είναι πέρα απ’ τις δυνάμεις σου. Δεν είναι και δεν θα ’ναι ποτέ στο χέρι σου.
Το απρόβλεπτο λοιπόν, ε; Ο αμείλικτος εφιάλτης. Ό,τι χειρότερο σε τέτοιες στιγμές!
Γι’ αυτό στρέψε την προσοχή σου ψηλότερα. Κάπου τελειώνει η δική σου δύναμη. Εκεί αρχίζει ο Θεός. Αυτός έχει τη δύναμη να προλάβει το καθετί. Γι’ αυτόν δεν υπάρχουν απρόβλεπτα. Τύχη και ατυχία σβήνουν μπροστά Του. Δεν χάνει ποτέ τον έλεγχο από τα χέρια Του.
Γιατί να μην ακουμπήσεις κι εσύ τον εαυτό σου σ’ Αυτόν;
Έτσι, όλο και κάτι καλύτερο μπορεί να βγει στο τέλος και για σένα. Με την προϋπόθεση βέβαια πως αποδέχεσαι τη σχέση μαζί Του. Αν δεν θέλεις τέτοια σχέση, Εκείνος δεν παρεμβαίνει με το ζόρι. Από μεγάλη διακριτικότητα. Για να μη σε καταργήσει. Επειδή σέβεται απόλυτα τις επιλογές σου. Τη δική σου ελευθερία και θέληση. Πάντα είσαι τόσο σημαντικός για Εκείνον!
Όταν όμως βάζεις τη ζωή σου σ’ αυτήν την άλλη διάσταση, στη σχέση αγάπης και εμπιστοσύνης στο πρόσωπό Του, τότε σε βλέπω όλο και πιο κοντά σε μια πολύ
ΚΑΛΗ ΕΠΙΤΥΧΙΑ!
π. Δημήτριος Μπόκος
Μάιος 2006
Αντιύλη
Ι . Ναός Αγ. Βασιλείου, 481 00 Πρέβεζα, Τηλ . 26820 23075/25861/6980 898 504, e-mail: antiyli.gr@gmail.com

Σάββατο 6 Ιουνίου 2020

Το καντηλάκι!

Ότι κι αν έκανε η μάνα για το παιδί της, αυτό πήγαινε στα χαμένα. Όσες προσπάθειες κι αν έκανε να το φέρει στο δρόμο του Θεού, ήτανε άκαρπες. Άσπρο η μάνα, μαύρο ο γιος.
Κι όσο έβλεπε να βγαίνουν από τα χέρια της, με την χάρη του Θεού, παιδιά υπέροχα, έξυπνα, χρήσιμοι άνθρωποι στην Κοινωνία, παιδιά περήφανα που την είχανε δασκάλα και το δικό της το μοναδικό παιδί, πού του αφοσιώθηκε ολότελα σαν έμεινε χήρα, να μην κάνει, να μην θέλει τίποτε, να μην αποφασίζει για κάτι, της ερχότανε τρέλα.

Μέρες, εβδομάδες, μήνες έλειπε από το σπίτι.
Η μάνα λοιπόν περίμενε. Πάντα περίμενε μια αλλαγή. Η προσευχή της, το λιβάνι που έκαιγε, το καντηλάκι πού άναβε, ήταν όλα, μα όλα γι’ αυτό το παιδί.

Κάποτε παρουσιάστηκε στο σπίτι, γιατί πήρε την απόφαση να πάει στρατιώτης. «Καλό σημάδι» είπε μέσα της η μάνα.

Πέρασε όλη την θητεία του σε φυλάκιο του Έβρου. Δεν ήρθε να την δει ούτε μια φορά. Κι η μάνα δεν άφησε το εικονοστάσι χωρίς λάδι και δάκρυ ούτε ένα βράδυ.

Κάποτε απολύθηκε. Μάιο μήνα ήρθε ίσια στο σπίτι. Χαρούμενος, κεφάτος, σαν να μην έλειψε ούτε μια μέρα. Της ζήτησε χρήματα να πάει λίγες μέρες στη θάλασσα με κάτι φίλους. Του έδωσε αμέσως.

Ένοιωθε να παλεύει η μάνα με κάποιον στήθος με στήθος. Κι αυτός ο κάποιος δεν ήταν το παιδί της.
Ήταν το πνεύμα του κακού που έπρεπε να το νικήσει το πνεύμα του Θεού.

Πέρασαν δέκα μέρες κι όλη η παρέα γύρισε. Γύρισαν χαρούμενοι, Είπανε τα νέα τους.
— Μάνα, σου έφερα ένα δώρο. Είπα να μην έρθω με άδεια χέρια αυτή τη φορά. Άνοιξέ το να δούμε αν σου αρέσει.
Δώρο από σένα αγόρι μου και δεν θα μου αρέσει; Και μόνο που με σκέφτηκες φτάνει,
Άνοιξέ το, λοιπόν…

Η μάνα παίρνει το δέμα και το ανοίγει. Μόλις αντίκρισε το δώρο πάγωσε. Τα δάκρυα αυλάκωσαν τα μάγουλά της. Ήταν ένα πανέμορφο καντηλάκι, σπάνιας τέχνης.
Μάνα, σε έβλεπα πρωί και βράδυ να ανάβεις το καντήλι και ήξερα, ήμουνα βέβαιος πώς το έκανες για μένα. Στην σκέψη μου, στην θύμηση μου σ’ έφερνα πάντα μπροστά στο καντηλάκι. Τίποτε δεν μου ξέφευγε από όσα έκανες, από όσα υπέφερες. Κάποιο μέρος ήθελα να ‘χω σε αυτή σου την λαχτάρα. Άντε λοιπόν, σήκω. Έλα μπράβο, βάζω το καντηλάκι, βάζεις, το λάδι και το …δάκρυ..
Μα σού έφερα ένα ακόμη δώρο. Άνοιξέ το…
Πήρε η μάνα το δεύτερο δώρο, το ανοίγει και τι να δει! Ένα καντήλι!
Κι άλλο, παιδάκι μου; Δίδυμα ήτανε;
Αυτό για το σαλόνι, Φωνάξαμε τον πατέρα Γρηγόριο να κάνει αγιασμό και βρήκε το σαλόνι χωρίς καντήλι. Ξέρεις πόσο ντροπιάστηκα; Ολόκληρο σαλόνι χωρίς καντήλι;

Λάδι και δάκρυ χρειάζονται τα παιδιά μας, Με λάδι και δάκρυ δεν χάνονται ποτέ….

newsview.gr

Τρίτη 2 Ιουνίου 2020

Γέροντας Νεκτάριος Βιτάλης: Ο εκλεκτός του Θεού

Αξιομακάριστος Γέροντας Νεκτάριος Βιτάλης. Για όλους εμάς, την εκκλησιαστική του οικογένεια, ήταν ο «παππούλης» Ευτύχησα να τον γνωρίσω από κοντά.
Η αγιασμένη μορφή του έγινε γέφυρα παρηγοριάς σε δύσκολες ώρες. Ο πανάξιος λόγος του έγινε ο πνευματικός καθοδηγητής μου όταν με παρρησία μου έδειξε την δύναμη της αγάπης, της ελευθερίας, της συγνώμης και της επιλογής.
Πέρασε την θύρα του παραδείσου στις 8 Φεβρουαρίου 2018

(Δανείζομαι τα λόγια του Μητροπολίτου Μεσογαίας Νικολάου, από τον επικήδειο κατά την εξόδιο ακολουθία του )

Απλός, σοφός, συναρπαστικός, αληθινός, ασθενικός στο σώμα και δυνατός στο πνεύμα. Δεν είχε μόνο ο λόγος του χάρη, ήταν ο ίδιος γεμάτος από την χάρη του Θεού. Η ζωή του, η πορεία του, όλη η ύπαρξή του ένα θαυμαστό σημείο. Σαν να αντλούσε την αναπνοή του απ’ τον κόσμο της επέκεινα πραγματικότητας, σαν να ρουφούσε τον αέρα απ’ τον παράδεισο του Θεού και να τον απέπνεε στην καθημερινότητα καθενός που τον πλησίαζε.
Η ζωή του ταυτισμένη με τη βαθιά θλίψη, συνυφασμένη με την συνεχή θυσία, γεμάτη δάκρυα, κόπο και αναστεναγμό, πίστη και ελπίδα, ποταμός αγάπης και παρηγορίας, αείροη πηγή ζωής και καλοσύνης.
Το χαμόγελό του ένας ατέλειωτος παράδεισος,
Η καρδιά του μια τεράστια αγκαλιά
Η πίστη του ένας ακλόνητος βράχος
Πολυσέβαστος ο γέροντας Νεκτάριος. Άσημος ιερομόναχος, ολιγογράμματος, έγινε Μέγας Ηγούμενος που ο λόγος του «εν χάριτι, άλατι ηρτυμένος» συνήρπαζε τον λαό και έκλεβε τις καρδιές του με εξαιρετική ευκολία κέρδιζε την εμπιστοσύνη και του πιο δύσπιστου και απαιτητικού.
Μας χάρισε την χαρά του μυστηρίου της ζωής του. Γόνυ κλείνουμε και ταπεινά ζητούμε απ’ τον Κύριο την ανάπαυσή του.
Αιωνία να είναι η μνήμη του!

από Η γωνιά της Αννίκας