Πέμπτη 14 Μαΐου 2020

«Λάβετε, φάγετε…» «Πίετε εξ αυτού πάντες…»

Ο Κύριος είπε ότι «κανείς δεν έχει μεγαλύτερη αγάπη από κείνον που θυσιάζει τη ζωή του για χάρη των φίλων του»(Ιω.15,13)

Κι εμείς είμαστε οι φίλοι του (Ιων.15, 14-5), οι αγαπημένοι του, που «δεν αντέχει να ζει χωρίς εμάς» (Ευδοκίμωφ).

Ευρισκόμενοι μέσα στην τραγικότητα του θανάτου κάθε μορφής, έρχεται Εκείνος μέχρις εμάς, θυσιάζοντας τον εαυτό του και μας ανεβάζει στη ζωή.
«Ελάτε, πάρτε, φάτε, πιέτε, » το Σώμα και το Αίμα μου, εμένα τον ίδιο. Σας καλώ, το θέλω, γι’ αυτό υπάρχω. Για σας φίλοι μου, για σας αγαπημένοι μου.»
Δεν πρόκειται για οίκτο, ούτε για ελεημοσύνη. Είναι έκφραση πάθους μεγάλης αγάπης, άνευ ορίων και υπολογισμών.

Αν νιώθαμε τούτη την αγάπη! Αν συλλαμβάναμε τη θεϊκή συγκατάβαση!

Θαρρώ πως το παράπονο του Κυρίου είναι η αδιαφορία που δείχνουμε σ’ αυτή την αγάπη, σ’ αυτό το μεγαλειώδες Του δόσιμο.
Κι όμως ο ίδιος εξακολουθεί να προσφέρεται, να προσμένει, να πορεύεται προς εμάς.
Αναμένοντας την ώρα της ανάνηψής μας.

Από το βιβλίο ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΗ ΠΟΡΕΙΑ, έκδοση Ιερού Ησυχαστηρίου Αγίας Τριάδος – Μετόχι Ι. Μονής Μαχαιρά. Τηλ. 00357-99607871

isagiastriados

H Αγία Αναφορά

Είναι το ουσιαστικότερο τμήμα της θεία Λειτουργίας. Όλα όσα προηγήθηκαν δεν είναι παρά στάδια προετοιμασίας για την Αναφορά. 
Λέγεται έτσι γιατί η θυσία αναφέρεται προς τον Θεό. Τα τίμια δώρα δεν προσκομίζονται μόνο στο επίγειο θυσιαστήριο για καθαγιασμό, αλλά αναφέρονται, ανυψώνονται στο ουράνιο θυσιαστήριο. 
Εκεί όπου παραστέκουν «χιλιάδες αρχαγγέλων και μυριάδες αγγέλων»
Η Αγία Αναφορά κανονικά αρχίζει από τη φράση «Άξιον και δίκαιον…» μέχρι την εκφώνηση «και έσται τα ελέη…». 


Στο τμήμα αυτό της θείας Λειτουργίας μπορούμε να διακρίνουμε τα εξής μέρη: 
1) την ευχαριστήρια ευχή με τον επινίκιο ύμνο «Άγιος, άγιος, άγιος…». 
2) την ανάμνηση της «θείας οικονομίας» και του μυστικού δείπνου με τα λόγια της σύστασης του μυστηρίου της θείας ευχαριστίας 
3) την επίκληση του αγίου Πνεύματος και τον καθαγιασμό των δώρων 
4) τα δίπτυχα, δηλαδή το μνημόσυνο και τη δέηση για όλους, ζώντες και νεκρούς· για τη στρατευομένη και θριαμβεύουσα Εκκλησία….

Το «Στώμεν καλώς…» για τον Καβάσιλα σημαίνει σταθερότητα στην πίστη και την ομολογία που κάναμε προηγουμένως με το «σύμβολο της πίστεως». 
Γιατί πολλοί είναι αυτοί που αμφισβητούν τη γνησιότητα της πίστης. Για άλλους ερμηνευτές το «Στώμεν καλώς…» έχει σχέση με όσα θα συμβούν παρακάτω. 
Χαρακτηριστικά ο Θεόδωρος Ανδίδων λέει πώς πρέπει να στεκόμαστε την ώρα αυτή, «νηφότως και ευσταθώς», ξάγρυπνοι και σταθεροί, επειδή βλέπουμε το Θεάνθρωπο να πάσχει για μας. 
Ο ψυχικός μας κόσμος να είναι σε τέτοια κατάσταση, ώστε να μπορούμε να προσφέρουμε τη θυσία με ειρήνη. Συμφιλιωμένοι δηλαδή με το Θεό, τον εαυτό μας και τους άλλους. Έτσι θα αξιωθούμε να δούμε την ανάστασή του και να γεμίσουμε από τη χαρά που πηγάζει από αυτήν. 
Και ο λαός απαντά «Έλεον ειρήνης…» που κατά τον Καβάσιλα σημαίνει ότι «προσφέρουμε, όχι μόνο με ειρήνη, αλλά και την ίδια την ειρήνη αντί άλλου δώρου και άλλης θυσίας». 
Ο έλεος, δηλαδή η αγάπη, είναι καρπός της πραγματικής ειρήνης.

Ο διάλογος που ακολουθεί μεταξύ ιερέα και λαού είναι πολύ παλιά λειτουργική συνήθεια, με ορισμένες βέβαια παραλλαγές στις διάφορες λειτουργίες. Είναι ζωντανός, εκφραστικός και με πλούσιο περιεχόμενο. Καταξιώνει για ακόμη μία φορά το ρόλο και τη θέση του λαού στη θεία λειτουργία. Αρχίζει με την αποστολική ευλογία «Η χάρις του Κυρίου ημων Ιησού Χριστού…».

Η ευλογία αυτή, πάλι κατά τον Καβάσιλα, προξενεί σε μας «τα από της αγίας Τριάδος αγαθά»· από τον μεν Υιό χάρη, από τον Πατέρα αγάπη και το άγιο Πνεύμα κοινωνία. Αφού ο λαός ευχηθεί το ίδιο και για τον ιερέα, ακούει από τα χείλη του την προτροπή «Άνω σχώμεν τας καρδίας»

Είναι η στιγμή τέτοια που απαιτεί να υψώσουμε την καρδιά μας κι όλο μας το είναι προς τα πάνω, προς το Θεό. Και ο διάλογος τελειώνει με την προτροπή «Ευχαριστήσωμεν τω Κυρίω». 
Η ευχαριστία είναι το φυσικό επακόλουθο αυτής της κατανυκτικής ατμόσφαιρας και της επιβεβαίωσης πως η καρδιά μας ελεύθερη από τα γήινα είναι εκεί όπου «ο Χριστός είναι στα δεξιά του Θεού καθισμένος». Κι αφού όλοι συμφωνήσουν πως αυτό είναι «άξιο και δίκαιο», ο ιερέας προσφέρει την ευχαριστία στο Θεό.

Η ευχή της αγίας αναφοράς αρχίζει με ευχαριστία προς τον Θεό Πατέρα για όλα τα αγαθά φανερά και αφανή που μας έδωσε, γιατί μας δημιούργησε από το μηδέν και μας ανέστησε πάλι μετά την πτώση μας, χαρίζοντάς μας την μέλλουσα βασιλεία. Ακόμη γιατί μας αξιώνει να τελούμε την λειτουργία, μολονότι παραστέκουν δίπλα του χιλιάδες και μυριάδες άγγελοι. Η ευχαριστιακή αναφορά συνεχίζεται με την εκφώνηση του ιερέα που μας καλεί να ψάλλουμε τον επινίκιο ύμνο «Άγιος, άγιος, άγιος…».
Ο ύμνος αυτός έχει βιβλικές καταβολές. Πρόκειται για το δοξολογικό ύμνο των αγγέλων όπως τον περιγράφει ο Ησαΐας και τον θριαμβευτικό ύμνο υποδοχής του Χριστού στα Ιεροσόλυμα. Τα δύο αυτά κομμάτια γίνονται μια λειτουργική φωνή που υπάρχει στις περισσότερες αρχαίες λειτουργίες. 
«Η τριπλή αναφώνηση του «άγιος», που περιέχει η ιερή υμνολογία, από μέρους όλου του πιστού λαού δείχνει την ένωση και ισοτιμία μας με τις ασώματε και νοερές δυνάμεις, που θα φανεί στο μέλλον». 
Οι δύο κόσμοι, ο αγγελικός και ο ανθρώπινος, ενώθηκαν και «κοινήν την ευφημίαν (=δοξολογία) εποιήσαντο». 
Δοξολογούμε τον τριαδικό Θεό όπως και οι άγγελοι, με τους οποίους θα συζήσουμε στον μέλλοντα αιώνα και ταυτόχρονα υποδεχόμαστε θριαμβευτικά στην ευχαριστιακή μας σύναξη αυτόν που εκούσια έρχεται για να θυσιαστεί.

Η ευχή μας υπενθυμίζει στο σημείο αυτό την αγάπη του Θεού για τον κόσμο, κάτι που έγινε πράξη με τη σάρκωση του Υιού του. 

Κάνει λόγο για όλο το έργο της θείας οικονομίας και διηγείται το μυστικό δείπνο επαναλαμβάνοντας αυτολεξεί τα λόγια του Κυρίου «Λάβετε, φάγετε…» και «Πίετε εξ αυτού πάντες…», με τα οποία συνέστησε το μυστήριο της θείας ευχαριστίας, το οποίο τελούμε σε κάθε λειτουργία σύμφωνα με την εντολή του Χριστού· «τούτο ποιείτε εις την εμήν ανάμνησιν». Εκείνο που έγινε τότε στο μυστικό δείπνο γίνεται κάθε φορά στη θεία λειτουργία, αφού είναι η ίδια Τράπεζα και η ίδια θυσία· «ουκ άλλην θυσίαν… αλλά την αυτήν αεί ποιούμεν». 
Κάνουμε δηλαδή πάντοτε την ίδια θυσία· ο μυστικός δείπνος συνεχίζεται, για αυτό είναι αναγκαία και τα ιδρυτικά λόγια του μυστηρίου της θείας ευχαριστίας.

Η λέξη «μεμνημένοι» μας επιτρέπει να πούμε λίγα λόγια παραπάνω για το τμήμα αυτό της ευχής της αναφοράς που λέγεται ανάμνηση. Έχει ήδη αρχίσει από λίγο πριν, αλλά εδώ μέσα σε λίγες φράσεις ανακεφαλαιώνει κατά κάποιο τρόπο όλα εκείνα που «θυμούμαστε» την ιερή αυτή στιγμή. Το περί σωτηρίου εντολής αναφέρεται ασφαλώς στο λόγο του Κυρίου «τούτο ποιείτε εις την εμην ανάμνησιν»… 

Αντικείμενο βέβαια της ανάμνησής μας δεν είναι μόνο ο μυστικός δείπνος, αλλά και ο σταυρός, ο τάφος, η ανάσταση, η ανάληψη, η δεύτερη και ένδοξη παρουσία. Όλα αυτά τα γεγονότα της αγάπης του για τον άνθρωπο και τον κόσμο. Μόνο που η ανάμνησή τους μέσα στη θεία λειτουργία δεν έχει το χαρακτήρα μιας απλής τελετής ή μιας ιστορικής ανάπλασης και συμβολικής αναπαράστασης για να θαυμάζουμε το παρελθόν, αλλά είναι λειτουργική ανάμνηση όλων όσων έκανε ο Χριστός εκούσια για μας. Πραγματική ιερουργία δηλαδή του πάθους και της ανάστασής Του. 
Οι πιστοί τελώντας τη θεία λειτουργία βιώνουν το μυστήριο του σταυρού και της ανάστασης και γίνονται κοινωνοί σε αυτό. Αυτή είναι η πραγματική έννοια της ανάμνησης».

Η δεύτερη ευχή της Αγίας Αναφοράς

Η Αγία Αναφορά είναι η κύρια ευχή της Θείας Λειτουργίας, κατά την οποία γίνεται η ευλογία των Τιμίων Δώρων και η μυστηριακή μεταβολή τους σε Σώμα και Αίμα Χριστού. Είναι το ιερότερο σημείο της Θείας Λειτουργίας.
Αρχίζει με τα λόγια “Ἄξιον καί δίκαιον Σέ ὑμνεῖν, Σέ εὐλογεῖν, Σέ αἰνεῖν, Σοί εὐχαριστεῖν…”, που απαγγέλλει ο ιερέας χαμηλόφωνα μπροστά στην Αγία Τράπεζα. Αφού ευχαριστήσει ο ιερέας τον Θεό για όλες Του τις ευεργεσίες προς εμάς κι αφού δοξολογήσει το μεγαλείο Του μας καλεί να ψάλουμε τον Τρισάγιο Ύμνο των Αγγέλων: “Ἅγιος, Ἅγιος, Ἅγιος, Κύριος Σαβαώθ...”.

Ύστερα γίνεται εξιστόρηση της παράδοσης του μυστηρίου από τον Κύριο στους μαθητές Του και ο ιερέας επαναλαμβάνει τα λόγια του Χριστού “Λάβετε, φάγετε…”

Ἱερεὺς
Μετὰ τούτων καὶ ἡμεῖς τῶν μακαρίων δυνάμεων, Δέσποτα φιλάνθρωπε, βοῶμεν καὶ λέγομεν· Ἅγιος εἶ καὶ πανάγιος, σὺ καὶ ὁ μονογενής σου Υἱὸς καὶ τὸ Πνεῦμά σου τὸ Ἅγιον. Ἅγιος εἶ καὶ πανάγιος καὶ μεγαλοπρεπὴς ἡ δόξα σου· ὃς τὸν κόσμον σου οὕτως ἠγάπησας, ὥστε τὸν Υἱόν σου τὸν μονογενῆ δοῦναι, ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς αὐτὸν μὴ ἀπόληται, ἀλλ᾿ ἔχῃ ζωὴν αἰώνιον. 
Ὃς ἐλθὼν καὶ πᾶσαν τὴν ὑπὲρ ἡμῶν οἰκονομίαν πληρώσας, τῇ νυκτὶ ᾗ παρεδίδοτο, μᾶλλον δὲ ἑαυτὸν παρεδίδου, ὑπὲρ τῆς τοῦ κόσμου ζωῆς, λαβὼν ἄρτον ἐν ταῖς ἁγίαις αὐτοῦ καὶ ἀχράντοις καὶ ἀμωμήτοις χερσίν, εὐχαριστήσας καὶ εὐλογήσας, ἁγιάσας, κλάσας, ἔδωκε τοῖς ἁγίοις αὐτοῦ μαθηταῖς καὶ ἀποστόλοις, εἰπών·

Μετάφραση
Μαζὶ μὲ αὐτὲς καὶ μεῖς τὶς ἅγιες δυνάμεις, Δέσποτα φιλάνθρωπε, μεγαλόφωνα λέμε· Ἅγιος εἶσαι καὶ πανάγιος, ἐσὺ καὶ ὁ μονογενὴς Υἱός σου καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα σου· Ἅγιος εἶσαι καὶ πανάγιος καὶ μεγαλόπρεπη εἶναι ἡ δόξα σου· ἐσύ, ποὺ τόσο ἀγάπησες τὸν κόσμο σου, ὥστε νὰ δώσης τὸν μονογενή σου Υἱό, γιὰ νὰ μὴ χαθῆ κανένας ποὺ πιστεύει σ᾿ αὐτόν, ἀλλὰ νὰ ἔχῃ αἰώνια ζωή. 
Ἐκεῖνος, ὅταν ἦλθε κι ἔκαμε ὅλα ὅσα εἶχες οἰκονομήσει γιὰ μᾶς, τὴ νύχτα ποὺ παραδινότανε, μᾶλλον δὲ ὁ ἴδιος παράδινε τὸν ἑαυτό του γιὰ τὴ ζωὴ τοῦ κόσμου, πῆρε ψωμὶ στὰ ἅγια κι ἀμόλυντα κι ἀναμάρτητα χέρια του, εὐχαρίστησε καὶ τὸ εὐλόγησε, τὸ ἅγιασε καὶ τὸ ἔκοψε, τὸ ἔδωσε στοὺς ἁγίους μαθητές του καὶ ἀποστόλους καὶ εἶπε·