Τρίτη 20 Αυγούστου 2013

Ανάβαση σε απόκρημνες πλαγιές προς τη στέγη του Άθω

Η πομπή ανέβαινε αργά-αργά στις απόκρημνες πλαγιές. Σε κάποια σημεία της διαδρομής, σκαρφάλωνε... Προορισμός η «Αγία Κορυφή», η στέγη του Άθω στα 2.033 μ.

Για τους Αγιορείτες είναι ο «άξονας του κόσμου», ο «στύλος διά του οποίου οι προσευχές τους ανεβαίνουν στον ουρανό». 
Για τους πιστούς, η ανάβαση αποτελεί κρυφό τάμα: να βρεθούν και να προσευχηθούν «πιο κοντά στον Θεό». Πιο πάνω και από τα σύννεφα. Μεταξύ των πιστών που κινούνταν κατάκοποι στο φιδίσιο μονοπάτι, μοναχοί σιγοψάλλουν προεόρτιους ύμνους στον ρυθμό των κουδουνισμάτων των μουλαριών που μεταφέρουν σκεπάσματα, τρόφιμα, λειτουργικά σκεύη: «Δεύτε συνέλθωμεν τω Ιησού, ανεβαίνοντας εις το όρος το Άγιον».
Κυριακή, 18 Αυγούστου με το νέο ημερολόγιο, 5 Αυγούστου με το παλιό που ακολουθούν οι Αγιορείτες. 
Παραμονή της Μεταμόρφωσης του Σωτήρος και όπως επιτάσσει, αιώνες τώρα, η παράδοση, προσκυνητές, ανηφόρισαν για να προσευχηθούν στον Άθω και να συμμετάσχουν στην αγρυπνία, στο ομώνυμο εκκλησάκι στη μαρμαρένια ανεμόδαρτη κορυφή του.

περισσότερα στην πηγή: kathimerini

Δευτέρα 12 Αυγούστου 2013

Δέκα αναγνώσματα για το Βυζάντιο

Ο βυζαντινολόγος Παναγιώτης Αγαπητός προτείνει βιβλία Ιστορίας, μυθιστορήματα, ένα θεατρικό και ένα βιβλίο για παιδιά.
Λιγότερο οικείο από την αρχαιότητα, το μεσαιωνικό παρελθόν μας έχει ταυτιστεί με την Εκκλησία και τις θρησκευτικές έριδες, τον αυτοκρατορικό πλούτο, τη λογιοσύνη του κλήρου και την υμνογραφία.   .
Ψηφιδωτό που απεικονίζει τον αυτοκράτορα Ιουστινιανό
Βαρετό ως διδακτικό αντικείμενο στο σχολείο, το Βυζάντιο παραμένει μια εποχή σε μεγάλο βαθμό ανεξερεύνητη και παρεξηγημένη. 
Η επανεκτίμηση του Βυζαντίου, που έχει ξεκινήσει από τη Δύση, φτάνει σιγά-σιγά και στην Ελλάδα.
Πίσω από τη μεγαλοπρέπεια της ζωής στη Βασιλεύουσα ανακαλύπτουμε την καθημερινότητα στην άγνωστη βυζαντινή επαρχία και έναν κόσμο στον οποίο υπάρχουν έγκλημα και μυστήριο, ίντριγκες και κατασκοπεία, έρωτες και ιπποτισμός, πίστη και ακολασία, μακρινές εκστρατείες, πειρατεία, μόδα, τέχνη, αλλά και ωμότητα, βία, φτώχεια, εξαθλίωση, αγραμματοσύνη.

Ο βυζαντινολόγος Παναγιώτης Αγαπητός, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Κύπρου, και συγγραφέας του μελετήματος Η ερωτική διήγηση στα μεσαιωνικά χρόνια: Περσία, Βυζάντιο, Φραγκία (2008) είναι και συγγραφέας τριών ατμοσφαιρικών μυθιστορημάτων μυστηρίου με πρωταγωνιστή έναν βυζαντινό αξιωματούχο, τον πρωτοσπαθάριο Λέοντα: Το εβένινο λαούτο (2003), Ο χάλκινος οφθαλμός (2006), Μέδουσα από σμάλτο (2009), όλα από τις εκδόσεις Άγρα.

Ενώ σχεδιάζει την τέταρτη περιπέτεια του Λέοντα στη Μικρά Ασία, μας προτείνει δέκα απολαυστικά αναγνώσματα για το Βυζάντιο. Τέσσερις καλογραμμένες και εμπεριστατωμένες ιστορίες για την κοινωνία, την ιστορία και τη λογοτεχνία του ελληνικού Μεσαίωνα, τέσσερα μυθιστορήματα, ένα θεατρικό και ένα βιβλίο για παιδιά, που φέρνουν το Βυζάντιο πιο κοντά μας.

Judith Herrin
, Τι είναι το Βυζάντιο (μτφ. Χριστιάννα Σαμαρά, Ωκεανίδα 2008): Για όσους θα ήθελαν να προσεγγίσουν αβίαστα το Βυζάντιο, το βιβλίο της Χέριν (διάσημης αγγλίδας βυζαντινολόγου ιστορικού) αποτελεί μια ευφυή, ευανάγνωστη και πολύ προσωπική προσέγγιση στην Ιστορία, στην κοινωνία και στον πολιτισμό του Βυζαντίου.

Angeliki Laiou
(1941-2008), Cécile Morisson, Η βυζαντινή οικονομία (μτφ. Δημήτρης Κυρίτσης, Παπαδήμας, 2011): Στους δύσκολους οικονομικά και κοινωνικά καιρούς που περνάμε, η μεστή και συνοπτική παρουσίαση της βυζαντινής οικονομίας από δύο κορυφαίες μελετήτριες του οικονομικού βίου των Βυζαντινών, μας υπενθυμίζει πώς μια αυτοκρατορία χειριζόταν την οικονομία της χωρίς να στηρίζεται σε μάνατζερ και οικονομολόγους.

Dimitri Obolensky
(1918-2001), Εξι βυζαντινές προσωπογραφίες (μτφ. Πόπη Πούγιουρου και Αγγελ Νικολάου-Κονναρή, Ερμής 1998): Καθώς είμαστε ιδιαίτερα προσανατολισμένοι στη Δύση, συχνά παραβλέπουμε τη σημασία του Βυζαντίου για τον κόσμο των Σλάβων. Οπότε, οι έξι βιογραφίες που μας προσφέρει ο Ομπολένσκι, εξέχων ρώσος βυζαντινολόγος στην Οξφόρδη, μας επιτρέπουν να παρακολουθήσουμε τη δράση προσωπικοτήτων που κινούνται ανάμεσα στον ελληνικό, στον βουλγαρικό, στον σερβικό και στον ρωσικό κόσμο από τον 9ο ως και τον 16ο αιώνα.

Hans-Georg Beck
(1910-1999), Βυζαντινόν ερωτικόν (μτφ. Ιωάννης Δημητρούκας, Στ. Δ. Βασιλόπουλος, 1999): Επειδή συνήθως δεν συνδέουμε το Βυζάντιο με τον έρωτα και τον ερωτισμό, η ανάγνωση του προκλητικού δοκιμίου του Μπεκ, διάσημου γερμανού βυζαντινολόγου, θα εκπλήξει και θα τέρψει πολλούς αναγνώστες.

Κώστας Δ. Κυριαζής
(1920-1991), Βασίλειος ο Βουλγαροκτόνος (Εστία, 2000): Το πιο πετυχημένο από τα πολλά ιστορικά μυθιστορήματα του Κυριαζή, που πρωτοεκδόθηκε το 1964, παρουσιάζει από τρεις διαφορετικές αφηγηματικές οπτικές γωνίες την ιστορία και την προσωπικότητα του Βασίλειου Πορφυρογέννητου, του οποίου την εικόνα γνωρίζουμε κυρίως από τον Κωστή Παλαμά και την Πηνελόπη Δέλτα.
 
Άγγελος Σ. Βλάχος (1915-2003), Οι τελευταίοι Γαληνότατοι (Εστία, 2006): Μια εξαιρετική, πολιτική αφήγηση γύρω από τους Κομνηνούς αυτοκράτορες του 12ου αιώνα, που πρωτοκυκλοφόρησε το 1961. Αν και κάπως μελοδραματική σε ορισμένα σημεία, η αφήγηση παραμένει στιβαρή, ενώ οι χαρακτήρες είναι καλοσχεδιασμένοι.

Πάνος Θεοδωρίδης
, Το θεόπαιδο (Κέδρος, 1992): Σε αντιδιαστολή με τα δύο προηγούμενα «αυτοκρατορικά» μυθιστορήματα, εδώ έχουμε μια μοντερνιστική διήγηση γύρω από την ιστορία ενός σαλού παιδιού που επιτελεί ένα «θαύμα» στη Μακεδονία την εποχή των εμφυλίων πολέμων του 14ου αιώνα - ένα απογειωμένο Βυζάντιο μιας κρυμμένης «επαρχίας».

Mika Waltari
(1908-1979), Ιωάννης Αγγελος (μτφ. Μαρία Μαρτζούκου, Καλέντης 2003): Ένα από τα πιο διάσημα ιστορικά μυθιστορήματα με θέμα το Βυζάντιο και την άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Οθωμανούς Τούρκους, δημοσιευμένο στα Φινλανδικά το 1952 (ακριβώς 500 χρόνια μετά το 1453), γνωστό και ως «Ο μαύρος άγγελος». Εξαιρετική η αφηγηματική τεχνική και η καθαρή, λιτή γραφή του Βαλτάρι.

Μαργαρίτα Λυμπεράκη
(1919-2001), Ζωή (Εστία, 1985): Σε αντίθεση προς τα περισσότερα θεατρικά έργα με θέμα βυζαντινό, η Λυμπεράκη προτείνει μια ιδιαίτερα σύγχρονη και βαθιά ψυχαναλυτική αναπαράσταση της ιστορίας της αυτοκράτειρας Ζωής Πορφυρογέννητης (978-1050) και των τριών συζύγων της. Το έργο (που στηρίζεται στα σχετικά κεφάλαια της Χρονογραφίας του Μιχαήλ Ψελλού) κυριαρχείται από μια δυνατή ποιητική γλώσσα και μια υψηλή δραματική θερμοκρασία.

Μαρίζα Ντεκάστρο
, Περπατώντας τις εποχές του Βυζαντίου (Μεταίχμιο, 2011): Μια θαυμάσια περιήγηση στον βυζαντινό πολιτισμό, γραμμένη για παιδιά ως οδηγός του Βυζαντινού και Χριστιανικού Μουσείου της Αθήνας. Τα παιδιά (αλλά και οι γονείς τους) θα ανακαλύψουν χίλια δυο άγνωστα πράγματα για την καθημερινή ζωή στο Βυζάντιο. Θαυμάσιες φωτογραφίες συνοδεύουν το ευσύνοπτο βιβλίο.

Δημοσιεύτηκε στο HeliosPlus στις 6 Αυγούστου 2013

Κυριακή 11 Αυγούστου 2013

Εικόνες της Παναγίας

Ψηφιδωτό της Παναγίας με τον Ιησού Χριστό,
στον Ιερό Ναό του Αγίου Ιωάννη, Αγία Παρασκευή, Αθήνα.
Η Παναγία είναι το ιερό πρόσωπο που τιμά ο ελληνικός λαός περισσότερο από κάθε άλλο, όπως αποδεικνύεται τόσο στις εκφράσεις επίκλησης όπως «Παναγία μου, Παναγία μου» ή «Παναγιά μου πρόφθασε..» κ.λπ., όσο και από τη πλούσια υμνολογία καθώς και από το πλήθος των ναών που είναι αφιερωμένοι σ΄ εκείνη, όπου σύμφωνα με τη χριστιανική παράδοση παρακαλεί συνέχεια τον Ιησού για τη σωτηρία του κόσμου.
.

Σάββατο 10 Αυγούστου 2013

Μικρή Παράκληση — Μέρος 10ο — Εξαποστειλάρια - «Απόστολοι εκ περάτων... »

Η Κυρία των Αγγέλων

Ο γλυκασμός των Αγγέλων,
των θλιβομένων η χαρά...

Απόστολοι εκ περάτων, συναθροισθέντες ενθάδε, Γεθσημανή τω χωρίω, κηδεύσατε μου το σώμα, και συ, Υιέ και Θεέ μου, παράλαβέ μου το πνεύμα.

Ο γλυκασμός των Αγγέλων, των θλιβομένων η χαρά, χριστιανών η προστάτις, Παρθένε Μήτηρ Κυρίου, αντιλαβού μου και ρύσαι, των αιωνίων βασάνων.

Και σε μεσίτριαν έχω, προς τον φιλάνθρωπον Θεόν, μη μου ελέγξη τας πράξεις, ενώπιον των Αγγέλων, παρακαλώ σε, Παρθένε, βοήθησόν μοι εν τάχει.

Χρυσοπλοκώτατε πύργε, και δωδεκάτειχε πόλις, ηλιοστάλακτε θρόνε, καθέδρα του Βασιλέως, ακατανόητον θαύμα, πως γαλουχείς τον Δεσπότην.

Παρασκευή 9 Αυγούστου 2013

Μικρή Παράκληση — Μέρος 9ο «Πάντων προστατεύεις, Αγαθή... »

Πάντων προστατεύεις, Αγαθή, των καταφευγόντων εν πίστει τη κραταιά σου χειρί, άλλην γαρ ουκ έχομεν αμαρτωλοί προς Θεόν, εν κινδύνοις και θλίψεσιν, αεί μεσιτείαν, οι κατακαμπτόμενοι υπό πταισμάτων πολλών, Μήτερ του Θεού του Υψίστου, όθεν σοι προσπίπτομεν, ρύσαι πάσης περιστάσεως τους δούλους σου.
 
 Παναγία η Οδηγήτρια
Πάντων προστατεύεις, Αγαθή
Πάντων θλιβομένων η χαρά, και αδικουμένων προστάτις, και πενομένων τροφή, ξένων τε παράκλησις, και βακτηρία τυφλών, ασθενούντων επίσκεψις, καταπονουμένων σκέπη και αντίληψις, και ορφανών βοηθός, Μήτερ του Θεού του Υψίστου, συ υπάρχεις, Άχραντε, σπεύσον, δυσωπούμεν, ρύσασθαι τους δούλους σου.

Πέμπτη 8 Αυγούστου 2013

Μικρή Παράκληση — Μέρος 8ο: Μεγαλυνάρια, το «Άξιον Εστί»

Η εικόνα της Παναγίας, το «Άξιον Εστί»
Άξιον εστιν ως αληθώς,
μακαρίζειν σε την Θεοτόκον,
την αειμακάριστον και παναμώμητον,
και Μητέρα του Θεού ημών.
.
Την τιμιωτέραν των Χερουβείμ, και ενδοξοτέραν ασυγκρίτως των Σεραφείμ, την αδιαφθόρως Θεόν Λόγον τεκούσαν, την όντως Θεοτόκον, σε μεγαλύνομεν.
Την υψηλοτέραν των ουρανών, και καθαρωτέραν λαμπηδόνων ηλιακών, την λυτρωσαμένην, ημάς εκ της κατάρας, την Δέσποιναν του κόσμου, ύμνοις τιμήσωμεν.
Από των πολλών μου αμαρτιών, ασθενεί το σώμα, ασθενεί μου και η ψυχή, προς σε καταφεύγω την Κεχαριτωμένην, ελπίς απηλπισμένων, συ μοι βοήθησον.
Δέσποινα και μήτηρ του Λυτρωτού, δέξαι παρακλήσεις, αναξίων σων ικετών, ίνα μεσιτεύσης προς τον εκ σου τεχθέντα. Ώ Δέσποινα, του κόσμου γενού μεσίτρια.
Ψάλλομεν προθύμως σοι την ωδήν, νυν τη πανυμνήτω, Θεοτόκω χαρμονικώς, μετά του Προδρόμου, και πάντων των Αγίων, δυσώπει, Θεοτόκε, του οικτειρήσαι ημάς.
Άλαλα τα χείλη των ασεβών, των μη προσκυνούντων, την εικόνα σου την σεπτήν, την ιστορηθείσαν, υπό του αποστόλου, Λουκά ιερωτάτου, την Οδηγήτριαν.
Πάσαι των Αγγέλων αι στρατιαί, Πρόδρομε Κυρίου, Αποστόλων η δωδεκάς, οι Άγιοι Πάντες, μετά της Θεοτόκου, ποιήσατε πρεσβείαν, εις το σωθήναι ημάς.

Τετάρτη 7 Αυγούστου 2013

Μικρή Παράκληση — Μέρος 7ο — Μη Καταπιστεύσης Με

Παναγία Ελεούσα
Δέσποινα του κόσμου... το συμφέρον ποίησον.

Μη καταπιστεύσης με, ανθρωπίνη προστασία, Παναγία δέσποινα, αλλά δέξαι δέησιν, του ικέτου σου, θλίψις γαρ έχει με, φέρειν ου δύναμαι, των δαιμόνων τα τοξεύματα, σκέπην ου κέκτημαι, ουδέ που προσφύγω ο άθλιος, πάντοθεν πολεμούμενος, και παραμυθίαν ουκ έχω πλην σου, Δέσποινα του κόσμου, ελπίς και προστασία των πιστών, μη μου παρίδης την δέησιν, το συμφέρον ποίησον.

Μεσογαίας και Λαυρεωτικής ΝΙΚΟΛΑΟΣ:
«Καταβάλλεται προσπάθεια να αποβληθεί από τη ζωή μας
κάθε τι που θυμίζει τον Θεό»

ΧΕΙΜΑΡΡΟΣ Ο ΜΕΣΟΓΑΙΑΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΓΙΑ ΑΡΓΙΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΚΑΙ ΠΕΡΙΘΩΡΙΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΠΙΣΤΗΣ ΜΑΣ 

"Καταβάλλεται προσπάθεια να αποβληθεί από τη ζωή μας κάθε τι που θυμίζει τον Θεό" αναφέρει σε εγκύκλιό του με αφορμή και την αργία της Κυριακής ο Μητροπολίτης Μεσογαίας κ. Νικόλαος. Ο Μητροπολίτης αφήνει αιχμές κατά των εξουσιαστών, αλλά και όσων ενοχλούνται από τις καμπάνες...

Αναλυτικά όλη η εγκύκλιος: 

Ήδη βρισκόμαστε στην περίοδο του Δεκαπενταυγούστου και καθώς καθημερινά ψάλλουμε τους κανόνες της Παρακλήσεως στην Παναγία μας, ο πόνος και η ελπίδα εναλλάσσονται στην καρδιά μας. Η θλίψη και η αίσθηση του αδιεξόδου για τα γήινα, τα καθημερινά αλλά και τα κοινωνικά και εθνικά μας θέματα, όταν δεν τα απωθούμε, κυριολεκτικά μας πνίγουν. 
Φθάσαμε σε μία κατάσταση όπου οι διαχειριστές της ζωής και της ιστορίας μας μας έχουν απογοητεύσει. Το μόνο που καταφέρνουν να κάνουν είναι να καταργούν τη λογική, να ξερριζώνουν κάθε στοιχείο της επιβίωσής μας και να ξηλώνουν κάθε κλωστή από το κέντημα του πολιτισμού και των αξιών μας.

Η παιδεία έχει συστηματικά απογυμνωθεί από την παράδοση και τις αξίες της ιστορίας και του πολιτισμού μας. Η οικογένεια δέχεται και αυτή νομοθετικά χτυπήματα που απεργάζονται τη διάλυσή της.  

Η πολυτεκνία φορολογείται, η πίστη περιθωριοποείται, η ελευθερία καταργείται.
Καί τώρα τελευταία, κάποιοι αποφάσισαν να φορολογήσουν και τον Θεό που αυτοί φαίνεται πως δεν πιστεύουν, αλλά στον Οποίο και μόνον Αυτόν εμείς ελπίζουμε. Τα πάντα ερμηνεύονται με οικονομικές παραμέτρους, ακόμη και οι τελευταίες εναπομείνασες πνευματικές μας σταθερές.
Μόλις πριν από λίγες μέρες, παρά τις κραυγές αγωνίας της Ιεράς Συνόδου και αρκετών Μητροπολιτών, αγνοώντας και τις διαμαρτυρίες των συνδικάτων των εργαζομένων, τελικά κατάφεραν νομοθετικά να αποδυναμώσουν και την από αιώνων και από Θεού καθιερωμένη αργία της Κυριακής. Η πράξη αυτή χτυπάει και την ψυχή και την φύση μας και τις κοινωνικές αντοχές μας. Μας απομυζούν τον χρόνο του Θεού, τον χρόνο της ανάπαυσης, και μας στερούν τον χρόνο να ζήσουμε λίγες στιγμές μαζί ως οικογένεια. Ο κατήφορος, αγαπητοί μου, φαίνεται πως δεν έχει τελειωμό. Ούτε και ο παραλογισμός όρια. «Μωραίνει Κύριος ον βούλεται απολέσαι».

Ήδη φτιάχνεται ένας λαός που ενοχλείται από την θέα των ναών και τους ήχους των καμπανών. Οι αγιασμοί και οι ευλογίες περιορίζονται. Το μάθημα των θρησκευτικών είτε διαστρέφεται είτε αποβάλλεται από την εκπαίδευση των παιδιών ως ανεπιθύμητο. Μέχρι σήμερα, οι γιορτές μας όλες είναι θρησκευτικές, εκκλησιαστικές. Θα μας τις αλλάξουν. Καταβάλλεται προσπάθεια να αποβληθεί από τη ζωή μας κάθε τι που θυμίζει τον Θεό. Καί το όνομά Του ενοχλεί. Αυτό εύκολα βλασφημείται και πολύ δύσκολα ομολογείται.

Το μόνο που μας μένει είναι να αφυπνισθούμε και να αντιδράσουμε. Όχι βέβαια με εμπαθείς και κοσμικούς τρόπους, ούτε πάλι για να αναχαιτίσουμε τον εγκληματικό κατήφορο. Αυτό δεν θα το καταφέρουμε. Αυτό που μας μένει και μπορούμε να καταφέρουμε είναι να κρατήσουμε τη μαγιά της πίστης και του αυτοσεβασμού μέσα μας καθαρή και τη φλόγα της ομολογίας αναμμένη.
Αυτός είναι ο λόγος που ερχόμαστε στις Παρακλήσεις. Η προσευχή μας στην Παναγία Μητέρα μας και για τα προβλήματά μας και για τη ζωή μας, κυρίως όμως για το έθνος και την πίστη μας πρέπει να βγεί και φέτος πύρινη από το βάθος της ψυχής μας. Αυτό είναι το πρώτο.
Αλλά και η απάντησή μας στην προσπάθεια κατάργησης της Κυριακής αργίας πρέπει να είναι δυναμική και πνευματική.
α. Με περισσότερο ζήλο εφ’ εξής να αγιάζουμε την Κυριακή μας. Με προθυμία, ανελλιπώς κάθε Κυριακή, να προσερχόμαστε στους ναούς μας, μάλιστα πιο νωρίς τώρα. Η κατάνυξη και η ευλάβεια, η μυστηριακή συμμετοχή, η τάξη και ευπρέπεια, είναι ανάγκη όσο ποτέ άλλοτε να επιβληθούν στις ακολουθίες μας. Επίσης, η παρακολούθηση ομιλιών που καλλιεργούν και ενισχύουν την πίστη, η πνευματική μελέτη, η τόνωση του κατηχητικού έργου, η ελεημοσύνη είναι δράσεις που αγιάζουν την Κυριακή, που την καθιστούν μέρα  ξεχωρισμένη για τον Κύριο και την ψυχή μας.
 β. Όσοι έχουμε μαγαζιά δεν πρέπει επ’ ουδενί να υποχωρήσουμε στον πειρασμό να τα ανοίγουμε. Να μην το κάνετε, αδελφοί μου. Ούτε μετά την εκκλησία. Η Κυριακή είναι η ημέρα του Κυρίου. Τού αξίζει ολόκληρη. Η αργία της Κυριακής είναι ιερή. Καί να είστε σίγουροι ότι αν αυτό το κάνετε για τον Θεό, δεν θα σας αφήσει. Θα απαντήσει στη ζωή σας με σημεία και ευλογίες που δεν μπορείτε να φανταστείτε. Δοκιμάστε και θα δείτε.
γ. Κανένας από μας δεν θα πρέπει να κάνει τα ψώνια του την Κυριακή. Όπως ζήσαμε μέχρι τώρα, έτσι θα συνεχίσουμε να μη συμμετέχουμε στην ασέβεια. Η αργία καταργείται όχι μόνον από τον έμπορο αλλά και από τον πελάτη. Καί
δ. Όλοι μαζί σαν ένα σώμα θα πρέπει να στηρίξουμε τους εμπόρους που σέβονται τον Θεό και δεν παραβιάζουν την αργία της Κυριακής. Από αυτούς να ψωνίζουμε. Με τον τρόπο αυτόν, και αυτοί θα βοηθηθούν και εμάς θα ευλογήσει ο Θεός.
Τέλος, ελπίζω η κυρία αντιπεριφερειάρχης μας, γνωστή για τον σεβασμό της στα ιερά και τα αυτονόητα, να κάνει αυτό που της αναλογεί, πειθαρχώντας περισσότερο στον Θεό και τη λογική των ιερών αξιών παρά στις κομματικές επιλογές που ίσως της προτείνουν. Καλό είναι να ακούσει όχι μόνο τη φωνή των αχόρταγων καταναλωτών αλλά και τον στεναγμό των μικρών και ανίσχυρων εργαζομένων και έτσι από τα γραφεία της Περιφέρειας να βρεθεί στο κέντρο της ζωής μας. Εξ άλλου αυτό το δικαίωμα της δίνει και ο νόμος.

Ο Θεός μαζί μας και βοήθειά μας η Παναγία μας.

Μετά πατρικών ευχών,
Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
† ῾Ο Μεσογαίας και Λαυρεωτικής ΝΙΚΟΛΑΟΣ  

agioritikovima

Τρίτη 6 Αυγούστου 2013

Μικρή Παράκληση — Μέρος 6ο — Ευαγγέλιο

Ο ύμνος της Παναγίας*
Ιδού γαρ, από του νυν μακαριούσι με πάσαι αι γενεαί.
Και υπέρ του καταξιωθήναι ημάς της ακροάσεως του αγίου Ευαγγελίου, Κύριον τον Θεόν ημών ικετεύσωμεν.

Κύριε, ελέησον (γ'). 
Σοφία. Ορθοί. Ακούσωμεν του αγίου Ευαγγελίου. 
Ειρήνη πάσι. 
Και τω Πνεύματί σου. 
Εκ τού κατά Λουκάν αγίου Ευαγγελίου το ανάγνωσμα. Πρόσχωμεν.
Δόξα σοι, Κύριε, δόξα σοι.

.
Εν ταις ημέραις εκείναις,  αναστάσα  Μαριάμ επορεύθη εις την ορεινήν μετά σπουδής, εις πόλιν Ιούδα, και εισήλθεν εις τον οίκον Ζαχαρίου, και ησπάσατο την Ελισάβετ. Και εγένετο ως ήκουσεν η Ελισάβετ τον ασπασμόν της Μαρίας, εσκίρτησε το βρέφος εν τη κοιλία αυτής, και επλήσθη Πνεύματος  Αγίου η Ελισάβετ, και ανεφώνησε φωνή μεγάλη, και είπεν, Ευλογημένη συ εν γυναιξί, και ευλογημένος ο καρπός της κοιλίας σου, και πόθεν μοι τούτο, ίνα έλθη η μήτηρ του Κυρίου μου προς με; ιδού γαρ, ως εγένετο η φωνή του ασπασμού σου εις τα ώτα μου, εσκίρτησε το βρέφος εν αγαλλιάσει εν τη κοιλία μου. Και μακαρία η πιστεύσασα, ότι  έσται τελείωσις τοις λελαλημένοις αυτή παρά Κυρίου. Και είπε Μαριάμ, Μεγαλύνει η ψυχή μου τον Κύριον, και ηγαλλίασε το πνεύμα μου επί τω Θεώ τω σωτήρι μου, ότι επέβλεψεν επί τηv ταπείνωσιν της δούλης αυτού. Ιδού γαρ, από του νυν μακαριούσι με πάσαι αι γενεαί. Ότι εποίησέ μοι μεγαλεία ο δυνατός, και άγιοv το  όνομα αυτού. Έμεινε δε Μαριάμ συν αυτή ωσεί μήνας τρεις, και υπέστρεψεν εις τον οίκοv αυτής.

Δόξα σοι, Κύριε, δόξα σοι.
............................
.
*Ο ύμνος της Παναγίας
Η Παναγία απαντάει στην Ελισάβετ, με ανταπόδοση και έπαινο σ’ εκείνην, πού την εξύμνησε.
.
Η αντιφώνησή Της είναι δοξολογία στο Θεό: 
«Μεγαλύνει ἡ ψυχή μου τόν Κύριον καί ἠγαλλίασε τό πνεῦμα μου ἐπί τῷ Θεῶ τῷ σωτήρι μου»...
Δηλαδή: Ανυμνεί και δοξάζει η ψυχή μου το μεγαλείον του Κυρίου και αναγαλλίασε το πνεύμα μου, για το Θεό, πού έσωσε έμενα, μαζί με όλο το ανθρώπινο γένος.
«Ὅτι ἐπέβλεψεν ἐπί τήν ταπείνωσιν τῆς δούλης Αὐτοῦ. Ἰδού γάρ ἀπό τοῦ νῦν μακαριούσι μέ πᾶσαι αἵ γενεαί».
Δοξολογεί δε η ψυχή μου τον Κύριον, διότι καταδέχτηκε και κοίταξε εμένα την μικρή, την ταπεινή και άσημη δούλη Του. Και διά τούτο ιδού: Από τώρα και εις το έξης θα με μακαρίζουν και θα με καλοτυχίζουν όλες οι γενεές των ανθρώπων. Και θα με μακαρίζουν, διότι, εφόσον με αξίωσε να γίνω Μητέρα του Σωτήρος, έκαμε σ’ εμένα μεγάλα και θαυμαστά έργα. Τα έκαμε Αυτός, πού είναι δυνατός, με απεριόριστη δύναμη και του Όποιου είναι Άγιο το Όνομα Του. Το δε έλεός Του, δεν φανερώθηκε μονάχα σε μένα, αλλά είναι παντοτινό και μεταβιβάζεται από γενεά σε γενεά, εις όλους δηλαδή εκείνους, πού Τον φοβούνται.
«Ὅτι ἐποίησε μοί μεγαλεία ὁ Δυνατός καί Ἅγιον τό Ὄνομα Αὐτοῦ καί τό ἔλεος Αὐτοῦ εἰς γενεάν καί γενεάν τοῖς φοβούμενοις Αὐτόν».
«Ἐποίησε κράτος ἐν βραχίονι Αὐτοῦ. Διεσκόρπισεν ὑπερηφάνους διανοία καρδίας αὐτῶν».
Με το παντοδύναμο δηλαδή χέρι Του έκανε κραταιά και ισχυρά έργα και διεσκόρπισε εκείνους, πού περηφανευόντανε μέσα τους, με τα φαντασμένα σχέδια της ψυχής τους.

«Καθεῖλε δυνάστας ἀπό θρόνων καί ὕψωσε ταπεινούς».
Πέταξε, δηλαδή, δυνατούς άρχοντας, από βασιλικούς θρόνους και ανύψωσε ταπεινούς και απλοϊκούς.
«Πεινώντας ἐνέπλησεν ἀγαθῶν καί πλουτοῦντας ἐξαπέστειλε κενούς».
Πεινασμένους χόρτασε με πνευματικά και υλικά αγαθά. Και αντιθέτως τους πλουσίους, πού είχαν όλα τα υλικά αγαθά τους απομάκρυνε από τους θησαυρούς τους και τους έστειλε με αδειανά χέρια...
Ας έχει δόξαν ο Θεός, πού θυμήθηκε να κάμει το έλεός Του και να λυπηθεί τον κόσμο σε κάθε γενεά, καθώς το υπεσχέθη στους πατέρες μας.
Καταλαβαίνει η Παρθένος, ότι τώρα ακτινοβολεί και ότι είναι ξεχωριστή η θέσης της στην ανθρωπότητα. Ξέρει όμως, πώς η μεγάλη λάμψης δεν είναι όλη δική της. Η Ίδια δεν αναγνωρίζει και δεν δέχεται τίποτε σαν προσωπική δόξα. Για την Θεοτόκο μια είναι η αφετηρία κάθε δόξης, μια είναι η δόξα και μόνη... Ο σαρκούμενος στα σπλάχνα της Χριστός.

Δευτέρα 5 Αυγούστου 2013

Μικρή Παράκληση — ... Ὠδή ς΄

Παναγία Γοργοεπήκοος
Τάχυνον εις πρεσβείαν, και σπεύσον εις ικεσίαν
Διάσωσον,
από κινδύνων, τους δούλους σου, Θεοτόκε,
ότι πάντες μετά Θεόν, εις σε καταφεύγομεν,
ως άρρηκτον τείχος και προστασίαν.

Άχραντε, 
η δια λόγου τον Λόγον ανερμηνεύτως, 
επ’ εσχάτων των ημερών τεκούσα, δυσώπησον, 
ως έχουσα μητρικήν παρρησίαν.

Κοντάκιον Ήχος β'

Προστασία των Χριστιανών ακαταίσχυντε, μεσιτεία προς τον Ποιητήν αμετάθετε, μη παρίδης αμαρτωλών δεήσεων φωνάς, αλλά πρόφθασον, ως αγαθή, εις την βοήθειαν ημών, των πιστώς κραυγαζόντων σοι. Τάχυνον εις πρεσβείαν, και σπεύσον εις ικεσίαν, η προστατεύουσα αεί, Θεοτόκε, των τιμώντων σε.

Προκείμενον

Μνησθήσομαι του ονόματος σου εν πάση γενεά και γενεά.
Στίχος

Άκουσον, θύγατερ, και ίδε, και κλίνον το ους σου, και επιλάθου του λαού σου, και του οίκου του πατρός σου, και επιθυμήσει ο Βασιλεύς τού κάλλους σου.

Του ονόματός σου μνησθήσομαι εν πάση γενεά και γενεά.

Κυριακή 4 Αυγούστου 2013

Oι Άγιοι Επτά Παίδες του Κωνσταντίνου Καβάφη (1925)
και η Μνήμη των Αγίων (4 Αυγούστου)

Το σπήλαιο των Αγίων Επτά Παίδων των εν Εφέσω
Tω αυτώ μηνί Δ', μνήμη των Aγίων επτά Παίδων των εν Eφέσω, Mαξιμιλιανού, Eξακουστωδιανού, Iαμβλίχου, Mαρτινιανού, Διονυσίου, Aντωνίνου, και Kωνσταντίνου.  Tον επτάριθμον τιμώ χορόν Mαρτύρων, Δείξαντα ανάστασιν νεκρών τω κόσμω. Tη δε τετάρτη νεκροέγερτοι ξύνθανον επτά. 



Ο Κωνσταντίνος Καβάφης εμπνεόμενος από το Συναξάρι της ημέρας έγραψε το παρακάτω ποίημα:
 
Oι Άγιοι Επτά Παίδες (1925) 



Έμορφα που εκφράζεται το συναξάριον: 
"ενώ δε συνωμίλει ο βασιλεύς" με τους αγίους 
"κ' οι επίσκοποι και άλλοι πολλοί άρχοντες, 
"ενύσταξαν ολίγο οι άγιοι" 
και τες ψυχές των στον θεό παρέδωσαν.

Οι Άγιοι Επτά Παίδες της Εφέσου που
κατέφυγον εις σπήλαιον να κρυφθούν 
από τον διωγμόν των εθνικών, κ' εκεί εκοιμήθησαν - 
και την επαύριον εξύπνησαν. επαύριον γι' αυτούς. 
μα εν τω μεταξύ, είχαν παρέλθει σχεδόν δύο αιώνες. 

ξύπνησε την επαύριον και πήγε 
ένας των, ο Ιάμβλιχος, γιά ν' αγοράσει άρτον, 
κ' είδεν εμπρός του άλλην Έφεσον, 
όλην καθηγιασμένη μ' εκκλησίες, και σταυρούς. 

κ' εχάρηκαν οι Άγιοι Επτά Παίδες, 
και τους ετίμησαν και τους προσκύνησαν οι χριστιανοί - 
κ' ήλθε κι απ' την Κωνσταντινούπολιν ο βασιλεύς, 
ο Θεοδόσιος, ο γιός του Αρκαδίου, 
και τους προσκύνησεν κι αυτός, ως πρέπον, ο ευλαβέστατος. 

και χαίρονταν οι Άγιοι Επτά Παίδες 
σ' αυτό τον κόσμο τον ωραίο, και τον χριστιανικόν, 
τον αγιασμένο μ' εκκλησίες, και σταυρούς. 

μα έλα που ήσαν όλα τόσο διαφορετικά, 
και τόσα είχαν να μάθουν και να πουν, 
(και τέτοια δυνατή χαρά ίσως εξαντλεί κι αυτή) 
που γρήγορα κουράσθηκαν οι Άγιοι Επτά Παίδες, 
από άλλον κόσμο φθάσαντες, από σχεδόν δυό αιώνες πριν, 
και νύσταξαν μες στην συνομιλία - 
και τους αγίους οφθαλμούς των έκλεισαν. 



Σε σχετικό άρθρο του ο Παντελής Μπουκάλας σχολιάζει: Tο ποίημα αυτό, «Oι Aγιοι Eπτά Παίδες», περιλαμβάνεται στον τόμο «K. Π. Kαβάφης, Aτελή ποιήματα 1918-1932»,που εκδόθηκε με φιλολογική επιμέλεια και σχόλια της Renata Lavagnini (Iκαρος, 1994). 
H γραφή του ανάγεται στο 1925, έτος κατά το οποίο ο Kαβάφης έγραψε έξι από «κανονικά» ποιήματά του. Θρησκευτικό το θέμα του ατελούς ποιήματος και μάλιστα χριστιανολογικό, όπως προσημαίνει ο τίτλος του κατά συνέπεια, από τα συνομήλικά του με το μόνο με το οποίο θα μπορούσε να συσχετιστεί είναι το «Aπολλώνιος ο Tυανεύς εν Pόδω», και όχι για το καθαυτό περιεχόμενο του «Aπολλωνίου» όσο επειδή μας παραπέμπει αυτόματα στο «Eίγε ετελεύτα» του 1920, στους στίχους του οποίου «ένας από τους λίγους εθνικούς, / τους πολύ λίγους που είχαν μείνει» σε μια εποχή που «η Aλεξάνδρεια, πόλις θεοσεβής», τους «αθλίους ειδωλολάτρας αποστρέφονταν», διαβάζει «Tα εις Tυανέα Aπολλώνιον» του Φιλοστράτου και αναρωτιέται «πού απεσύρθηκε, πού εχάθηκε ο Σοφός;», ο θαυματοποιός Aπολλώνιος ο Tυανέας που έδρασε τον 1ο αιώνα μ.X., ένα αντίπαλο δέος των Eθνικών στον Iησού των Xριστιανών.


Για παρόμοιους, θρησκειολογικής τάξεως λόγους, για να δούμε δηλαδή τις εκάστοτε καβαφικές «εφαρμογές» του θέματος «χριστιανισμός-παγανισμός», οι «Aγιοι Eπτά Παίδες» μπορεί να συσχετιστούν, χωρίς να απομακρυνθούμε από το χρονικό (άρα και πνευματικό) περιβάλλον της γέννησής τους, με το «O Iουλιανός εν Nκομηδεία» του 1924, και με το «O Iουλιανός ορών ολιγωρίαν» του 1923 (ας θυμηθούμε και το «ανέκδοτο» «O Iουλιανός εν τοις μυστηρίοις» του 1896, όπου «ο ανόητος» Iουλιανός «επείσθη με των Eλλήνων τα άθεα τα λόγια»), καθώς και το «Iερεύς του Σεραπίου» του 1926). Kαι, σαν αγιολογικό που είναι, δεν μπορεί να μην αντικριστεί το ποίημα αυτό με το ποίημα «Συμεών», ένα «εγκώμιο» του Στυλίτη αγίου, και μάλιστα από τη σκοπιά ενός εθνικού που ομολογεί: «Xώθηκα ανάμεσα στους Xριστιανούς / που σιωπηλοί προσεύχονταν κ’ ελάτρευαν, / και προσκυνούσαν· πλην μη όντας Xριστιανός / την ψυχική γαλήνη των δεν είχα / κι έτρεμε ολόκληρος και υπόφερνα· / κ’ έφριττα και ταράττομουν, και παθαινόμουν». 

«Tο ενδιαφέρον για τους χριστιανούς αγίους ανήκει στον θρησκευτικό προβληματισμό, ειδικά έντονο στον πρώτο Kαβάφη», σημειώνει η Λαβανίνι, παραπέμποντας και στις σκέψεις που διατυπώνει η Diana Haas στο κείμενό της «“Aι αρχαί του χριστιανισμού”: ένα θεματικό κεφάλαιο του Kαβάφη» (βλ. «Eισαγωγή στην ποίηση του Kαβάφη. Eπιλογή κριτικών κειμένων», επιμ. Mιχάλης Πιερής, Πανεπιστημιακές Eκδόσεις Kρήτης, 1994). «Oι Aγιοι Eπτά Παίδες» αποτελούν ένα επιπλέον μαρτύριο της διαρκούς θεολογίας του Kαβάφη, η οποία του επέτρεψε να σκεφτεί βαθύτερα την ιστορία και, διά της ταλαντεύσεώς του ανάμεσα σε δύο πόλους, να αποφύγει την ευθύγραμμη ευκολία. Στο συγκεκριμένο ποίημα φαίνεται ότι ο Kαβάφης, που αντιγράφει προσεκτικά και σχεδόν καταλογάδην τον Συναξαριστή, προσυπογράφει την ιδέα της αναστάσεως των νεκρών, και ότι ο δαίμων της αμφιβολίας αυτοτιθασεύεται, από κοινού όμως με την ευρετική φωνή της ποιήσεως. Iσως γι’ αυτό ακριβώς να έκρινε και ο ίδιος το ποίημά του ανάξιο δημοσίευσης, μη εμπιστευόμενος την αντιγραφική του αμεσότητα και την «αφελή» προφάνειά του (μια προφάνεια, εν τούτοις, που σε πολλά άλλα ποιήματά του συνιστά το μείζον δέλεαρ, την κυριολεκτικώς ειπείν σαγήνη). 

Ο Παντελής Μπουκάλας παραθέτει στο σημείο αυτό το Καβαφικό ποίημα και σχολιάζει: Aπό τον ύπνο στον ύπνο, από την «κοίμηση» στον θάνατο. Σχεδόν αδιάφοροι για τα εγκόσμια οι άγιοι και, παραδόξως, αδιάφοροι για τον θριαμβεύοντα χριστιανισμό. Δεν μπορούμε να ξέρουμε προς τα πού θα οδηγούσε το ποίημα ο Kαβάφης αν συνέχιζε να παλεύει μαζί του για να το τελειώσει. Aριστος αρχαιογνώστης όπως ήταν, ίσως έβρισκε τρόπο να συσχετίσει (ειρωνικά;) τον μακρότατο ύπνο των Παίδων με τον μακρό ύπνο του Eπιμενίδη από την Kνωσό, σοφού και προφήτη που κατά τον θρύλο κοιμήθηκε κι αυτός επί πενήντα επτά χρόνια, σε σπήλαιο επίσης («ούτός ποτε πεμφθείς παρά του πατρός εις αγρόν επί πρόβατον, της οδού κατά μεσημβρίαν εκκλίνας υπ’ άντρω τινί κατεκοιμήθη επτά και πεντήκοντα έτη. Διαναστάς δε μετά ταύτα εζήτει το πρόβατον, νομίζων επ’ ολίγον κεκοιμήσθαι», γράφει ο Διογένης Λαέρτιος στο δικό του συναξάρι). 

Eιρωνεία της ιστορίας 
Kι αν δεν συσχέτιζε τον άγιο Iάμβλιχο με τον ομώνυμο μυθιστοριογράφο του 2ου αιώνα μ.X., στα «Bαβυλωνιακά» τού οποίου δεν λείπουν οι σχέσεις με τον Kάτω Kόσμο μέσα σε σπηλιές, δεν θα μπορούσε να μη θαυμάσει, είρων αυτός, την ειρωνεία της ιστορίας, φέρνοντας στον νου του έναν άλλον Iάμβλιχο, πολύ διασημότερο, τον «αποκρυφιστή» φιλόσοφο του 3ου/4ου αι. μ.X., ενθουσιώδης οπαδός του οποίου υπήρξε ο σημαδιακός εκείνος Iουλιανός. Iσως πάλι, για να συνεχίσουμε να αυθαιρετούμε, θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει την άριστη ευκαιρία για να παρουσιάσει (διά χειρός των «αυτοπτών» αναστηθέντων) ένα σκαρίφημα του άλλου κόσμου, για το «μετέπειτα»· οπότε πώς θα το εικόνιζε; Xριστιανικό ή «παγανιστικό», όπως οι αρχαίοι κι όπως το δημοτικό τραγούδι, που πολύ το αγαπούσε; Eδώ ακριβώς είναι ο κόμπος, στην ακοίμητη σύγκρουση της πίστης με την επιφύλαξη, της αποδοχής με τη μελαγχολική αμφιβολία, στον νου ενός ποιητή που, όπως και ο Σύρος σπουδαστής Mυρτίας του ποιήματός του «Tα επικίνδυνα», υπήρξε «εν μέρει εθνικός, κ’ εν μέρει χριστιανίζων». (πηγή: Ιδιωτική Οδός)


Οι Άγιοι Επτά Παίδες εν Εφέσω (4 Αυγούστου)

Οι άγιοι επτά Παίδες, Μαξιμιλιανός, Εξακουστωδιανός, Ιάμβλιχος, Μαρτινιανός, Διονύσιος, Ιωάννης και Κωνσταντίνος, έζησαν κατά την εποχή του αυτοκράτορα Δεκίου (249-251 μ.Χ.). Οι νέοι αυτοί, μόλις βρήκαν την κατάλληλη ευκαιρία και ύστερα από συνετή σκέψη και εκτίμηση, μοίρασαν τα υπάρχοντά τους στους φτωχούς και μπήκαν και κρύφτηκαν μέσα σε ένα σπήλαιο. Εκεί, αφού προσευχήθηκαν να λυθούν από τα δεσμά του σώματος και να μην παραδοθούν στον αυτοκράτορα Δέκιο, παρέδωσαν τις ψυχές τους στο Θεό. Ο Αυτοκράτορας δε, όταν επέστρεψε στην Έφεσο, τους αναζήτησε, για να τους αναγκάσει να προσφέρουν θυσίες στα είδωλα. Μόλις όμως έμαθε ότι εκείνοι είχαν πεθάνει στο σπήλαιο, πρόσταξε και έφραξαν με μανδρότοιχο το στόμιο του σπηλαίου αυτού.
Έκτοτε λοιπόν πέρασαν εκατόν ενενήντα τέσσερα έτη και φτάνουμε μέχρι το τριακοστό όγδοο έτος της βασιλείας του Θεοδοσίου Β΄ του Μικρού (408-450 μ.Χ.), ήτοι μέχρι το έτος 446 μ.Χ. Τότε εμφανίστηκε στους κόλπους του Χριστιανισμού μια αίρεση, η οποία δε δεχόταν το δόγμα της αναστάσεως των νεκρών. Η αίρεση αυτή, στην οποία είχαν προσχωρήσει και μερικοί επίσκοποι, προκαλούσε μεγάλη αναταραχή και αναστάτωση στην Εκκλησία. Ο δε Αυτοκράτορας, βλέποντας την αναστάτωση αυτή της Εκκλησίας του Θεού, δεν ήξερε τι να κάνει. Όμως δεν απελπίστηκε, αλλά, αφού φόρεσε έναν τρίχινο σάκο και κάθισε κατά γης, θρηνούσε και παρακαλούσε το Θεό να του φανερώσει τον τρόπο διάλυσης της αίρεσης.

Ο Κύριος λοιπόν δεν παρέβλεψε τα δάκρυα του Αυτοκράτορα και ικανοποίησε το αίτημά του με τον ακόλουθο τρόπο: Ο κύριος του όρους, στο οποίο βρισκόταν το σπήλαιο των αγίων επτά Παίδων, θέλησε κατά τον καιρό εκείνο να χτίσει μαντρί για το ποίμνιό του. Έτσι λοιπόν, παίρνοντας επί δύο ημέρες πέτρες από τον μανδρότοιχο του σπηλαίου, για να οικοδομήσει το μαντρί του, ανοίχτηκε το στόμιο του σπηλαίου αυτού. Τότε ακριβώς, με προσταγή του Θεού, αναστήθηκαν οι άγιοι επτά Παίδες, που είχαν πεθάνει μέσα στο σπήλαιο αυτό, και συνομιλούσαν μεταξύ τους, σαν να είχαν κοιμηθεί την προηγούμενη ημέρα. Τα σώματά τους δε δεν είχαν αλλοιωθεί στο παραμικρό και τα ενδύματά τους δεν είχαν φθαρεί ούτε σαπίσει από την υγρασία του σπηλαίου, αν και είχαν περάσει εκατόν ενενήντα τέσσερα χρόνια.

Μετά την ανάστασή τους οι άγιοι επτά Παίδες είχαν έντονο στη μνήμη τους το γεγονός ότι ο Δέκιος ζητούσε να τους τιμωρήσει και περί αυτού ακριβώς συνομιλούσαν μεταξύ τους. Συγκεκριμένα, ο Μαξιμιλιανός έλεγε προς τους άλλους: “Και αν συλληφθούμε, αδελφοί, ας σταθούμε γενναίοι και να μην προδώσουμε την ευγένεια της πίστης μας. Εσύ δε, αδελφέ Ιάμβλιχε, πήγαινε να αγοράσεις άρτους, πλην όμως περισσότερους. Γιατί χθες το βράδυ έφερες λίγους, και κοιμηθήκαμε σχεδόν πεινασμένοι. Επιπλέον προσπάθησε να μάθεις τι σκέφτεται για εμάς ο Δέκιος”.

Όταν λοιπόν ο Ιάμβλιχος πήγε στην πόλη, είδε στην πύλη το σημείο του Σταυρού. Το γεγονός αυτό του προκάλεσε έκπληξη και θαυμασμό. Βλέποντας δε το Σταυρό και σε άλλους τόπους, καθώς επίσης και τα κτίρια να διαφέρουν από εκείνα που ήξερε και τους ανθρώπους επίσης κάπως διαφορετικούς, νόμισε ότι βλέπει όραμα ή ότι περιέπεσε σε έκσταση. Πήγε όμως στους αρτοπώλες, πήρε τους απαραίτητους άρτους και, αφού έδωσε τα χρήματα που έπρεπε, έσπευδε να επιστρέψει στο σπήλαιο. Ενώ λοιπόν ετοιμαζόταν να φύγει, είδε τους αρτοπώλες να δείχνουν ο ένας στον άλλο το ασημένιο νόμισμα, να κοιτάζουν προς αυτόν και να λένε ότι αυτός βρήκε κάποιο θησαυρό, αφού το νόμισμα που τους έδωσε για τους άρτους είχε στην επιφάνειά του τυπωμένη την εικόνα του αυτοκράτορα Δεκίου, ο οποίος είχε πεθάνει προ πολλού (πριν από 194 χρόνια).

Μετά από το γεγονός αυτό ο Ιάμβλιχος τρόμαξε πολύ και έμεινε άφωνος, νομίζοντας ότι αυτοί τον αναγνώρισαν και θα τον συνελάμβαναν για να τον παραδώσουν στον αυτοκράτορα Δέκιο. Έπεσε λοιπόν στα πόδια τους και τους παρακαλούσε λέγοντας: “Σας παρακαλώ, κύριοί μου, έχετε στα χέρια σας το αργύριό μου, πάρτε πίσω και τους άρτους σας. Μόνο αφήστε με να φύγω”. Οι αρτοπώλες τού απάντησαν: “Δείξε μας το θησαυρό που βρήκες και δώσε και σ’ εμάς μερίδιο απ’ αυτόν. Αλλιώς σε παραδίνουμε στο θάνατο”. Και συγχρόνως με τα λόγια αυτά του πέρασαν αλυσίδα στο λαιμό και τον έσυραν στη λεωφόρο (στον κεντρικό και μεγάλο δρόμο της πόλης). Εν συνεχεία τον οδήγησαν στον ανθύπατο προς ανάκριση. Εκείνος, μόλις τον είδε, του είπε: “Πες μας, νέε, πώς βρήκες το θησαυρό, πόσος είναι και πού βρίσκεται”. Ο Άγιος τού απάντησε: “Εγώ δε βρήκα ποτέ κανένα θησαυρό. Το νόμισμα που έδωσα στους αρτοπώλες το είχα από τους γονείς μου. Δεν ξέρω λοιπόν τι συμβαίνει με μένα τώρα”. Ο ανθύπατος τότε τον ρώτησε: “Από ποια πόλη είσαι;”. Ο Ιάμβλιχος απάντησε: “Από αυτήν, αν αυτή είναι η Έφεσος”. Τότε ο ανθύπατος είπε: “Ποιοι είναι οι γονείς σου; Ας έλθουν εδώ και, αν διαπιστωθεί η αλήθεια, θα σε πιστέψουμε”. Ο Άγιος του απάντησε: “Ο δείνα είναι ο πατέρας μου, ο δείνα είναι συγγενής και ο δείνα είναι ο παππούς μου”. Ο ανθύπατος, μόλις άκουσε τα ονόματα, είπε στον Ιάμβλιχο: “Τα ονόματα που ανέφερες είναι ξένα και ανυπόστατα και έξω από αυτά που κατά τη συνήθεια χρησιμοποιούνται. Επομένως δεν μπορείς να γίνεις πιστευτός”. Τότε ο Άγιος είπε στον ανθύπατο: “Αν, ενώ σου λέω την αλήθεια, δε με πιστεύεις, δεν ξέρω να σου πω πλέον τίποτε άλλο”.

Ύστερα από αυτά ο ανθύπατος είπε: “Ασεβέστατε, το νόμισμά σου με την επιγραφή του μαρτυρεί ότι τυπώθηκε πριν από διακόσια χρόνια, επί αυτοκράτορα Δεκίου, κι εσύ, όντας νεότερος, προσπαθείς να μας εξαπατήσεις;”. Τότε ο Ιάμβλιχος έπεσε στα πόδια του ανθυπάτου και των παρευρεθέντων και τους παρακαλούσε λέγοντας: “Σας παρακαλώ, κύριοί μου, πέστε μου, που είναι ο Δέκιος, ο βασιλιάς, που ήταν στην πόλη αυτή;”. Εκείνοι του απάντησαν: “Κατά τους παρόντες χρόνους δεν υπάρχει βασιλιάς Δέκιος. Αυτός βασίλευσε πριν από πολλά χρόνια”. Τότε ο Ιάμβλιχος είπε: “Γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο, κύριοί μου, εκπλαγήκατε. Πλην όμως ακολουθήστε με να πάμε στο σπήλαιο και ίσως από τα σημεία που θα δείτε θα διαπιστωθεί η αλήθεια των λόγων μου. Εγώ πράγματι ξέρω ότι φύγαμε από την πόλη εξ αιτίας του Δεκίου και ότι χθες, ερχόμενος να αγοράσω άρτους, είδα ότι ο Δέκιος εισήλθε στην πόλη αυτή”.

Αυτά είπε ο άγιος Ιάμβλιχος, ο δε επίσκοπος Εφέσου Μαρίνος, μόλις τα άκουσε, είπε στον ανθύπατο: Έχω τη γνώμη ότι κάτι θαυμαστό συμβαίνει με την υπόθεση αυτή. Έτσι, ας τον ακολουθήσουμε”. Και πράγματι ακολούθησαν τον Άγιο μέχρι το σπήλαιο ο ανθύπατος, ο επίσκοπος Μαρίνος και πολύς λαός. Πρώτος μπήκε στο σπήλαιο ο Ιάμβλιχος. Έπειτα μπήκε ο Επίσκοπος, ο οποίος, μόλις έστρεψε το βλέμμα του προς τα δεξιά μέρη του στομίου, είδε ένα κιβώτιο σφραγισμένο με δυο ασημένιες σφραγίδες. Το κιβώτιο αυτό το είχαν τοποθετήσει εκεί ο Ρουφίνος και ο Θεόδωρος ως χριστιανοί, οι οποίοι είχαν αποσταλεί εκεί από το Δέκιο μαζί με τους άλλους, στους οποίους ο Αυτοκράτορας αυτός είχε δώσει την εντολή να φράξουν με μανδρότοιχο το στόμιο του σπηλαίου. Οι δύο χριστιανοί, Ρουφίνος και Θεόδωρος, έγραψαν και τα Συναξάρια των αγίων επτά Παίδων και σημείωσαν τα ονόματά τους σε μολύβδινες πλάκες. Όταν λοιπόν συνάχτηκαν όλοι οι έγκριτοι άρχοντες μαζί με τον ανθύπατο, άνοιξαν το κιβώτιο και βρήκαν τις μολύβδινες πλάκες, τις οποίες διάβασαν και ένιωσαν όλοι τους απερίγραπτη έκπληξη από το θαυμαστό αυτό γεγονός. Αμέσως δε τότε προχώρησαν στα ενδότερα του σπηλαίου, όπου βρήκαν τους Αγίους και έπεσαν στα πόδια τους. Κατόπιν κάθισαν κατά γης και τους ρωτούσαν. Οι Άγιοι τους διηγήθηκαν τα σχετικά με τους εαυτούς τους και εν συνεχεία τα κακουργήματα του Δεκίου εις βάρος των Χριστιανών. Μόλις εκείνοι άκουσαν όσα οι Άγιοι τούς διηγήθηκαν, εκπλήττονταν και δόξαζαν το Θεό, τον ποιητή των θαυμασίων.

Τότε ο ανθύπατος και ο επίσκοπος Μαρίνος με αναφορά τους γνωστοποίησαν τα θαυμαστά αυτά γεγονότα στον αυτοκράτορα Θεοδόσιο. Εκείνος δοκίμασε απέραντη χαρά για όλα αυτά και έσπευσε αμέσως στην Έφεσο. Στη συνέχεια ανήλθε στο σπήλαιο. Εκεί βρήκε τους αγίους επτά Παίδες και, αφού έπεσε κατά γης, τους έβρεχε τα πόδια με τα δάκρυά του και τα αποσπόγγιζε. Η αγαλλίαση δε και η χαρά του ήταν απερίγραπτη, αφού ο Κύριος δεν παρείδε το αίτημά του και έδειξε σ’ αυτόν οφθαλμοφανώς την ανάσταση των νεκρών. Ενώ δε ο αυτοκράτορας Θεοδόσιος συνομιλούσε με τους Αγίους, καθώς επίσης οι επίσκοποι και άλλοι άρχοντες, οι Άγιοι νύσταξαν λίγο και, έτσι, μπροστά σε όλους εξεδήμησαν προς Κύριον.

Τότε ο Αυτοκράτορας, αφού πρόσφερε πολύτιμα άμφια και αρκετό χρυσάφι και ασήμι, πρόσταξε να κατασκευάσουν επτά θήκες προς τιμήν των Αγίων και να τεθούν μέσα σ’ αυτές τα λείψανά τους. Αλλά κατά τη νύχτα που ακολούθησε εμφανίστηκαν σ’ αυτόν οι Άγιοι και του είπαν: “Άφησέ μας, βασιλιά, στο σπήλαιο που έγινε η ανάστασή μας”. Έτσι λοιπόν, αφού έγινε μεγάλη σύναξη επισκόπων και αρχόντων, ο Αυτοκράτορας κατέθεσε τα λείψανα των Αγίων στη γη του σπηλαίου, καθώς εκείνοι με οπτασία του ζήτησαν. Εν συνεχεία οργάνωσε και πραγματοποίησε στον τόπο εκείνο λαμπρή και χαρμόσυνη εορτή, φιλοξένησε με πλούσια αγαθά τους φτωχούς της Εφέσου, χαροποίησε όλο το λαό με λαμπρές βασιλικές τιμές και έβγαλε από τις φυλακές τους επισκόπους που είχαν φυλακιστεί, επειδή κήρυτταν το δόγμα της αναστάσεως των νεκρών. Ακολούθως έγινε από όλους κοινή εορτή, κατά την οποία αναπέμφθηκαν λόγοι και ύμνοι ευχαριστίας και δοξολογίας προς τον Κύριο και Θεό μας Ιησού Χριστό.

Τον επτάριθμον τιμώ χορόν Μαρτύρων
Δείξαντα ανάστασιν νεκρών τω κόσμω


πηγή: xfd.gr/Από το Συναξαριστή της Αποστολικής Διακονίας “Με τους Αγίους μας” 

του Γεωργίου Δ. Παπαδημητροπούλου
Ἀπολυτίκιον (το ακούτε εδώ) Ἦχος γ'. Θείας πίστεως. Θείω Πνεύματι, ἀφθαρτισθέντες, πολυχρόνιον, ἤνυσαν ὕπνον, οἱ ἐν Ἐφέσῳ ἐπτάριθμοι Μάρτυρες, καὶ ἀναστάντες πιστοὺς ἐβεβαίωσαν, τὴν τῶν ἀνθρώπων κοινὴν ἐξανάστασιν ὅθεν ἅπαντες, συμφώνως τούτους τιμήσωμεν, δοξάζοντες Χριστὸν τὸν πολυέλεον. Στο μέρος όπου βρισκόνταν το σπήλαιο των Αγίων Επτά Παίδων χτίστηκε με το πέρασμα του χρόνου ένα εκκλησιαστικό συγκρότημα. Ανακαλύφθηκε μετά από ανασκαφές το 1927. 
ΕΔΩ κι ΕΔΩ



Η Εκκλησία μας τιμά την μνήμη των Αγίων 7 παίδων 
των εν Εφέσω, στις 4 Αυγούστου.