Έναν καημό έχει ο άνθρωπος. Τον θάνατο.Κύριε, είσαι το μέγα άπειρο που ανασαίνουμε, ο απέραντος δρόμοςπου πηγαίνουμε.Είσαι η απερίγραπτη σιωπή που την ακούμε μέσα μας και μιλάμε –για να μην πεθάνουμε από τρόμο.
Το αδιαπραγμάτευτο, το τελεσίδικο, το οριστικό και αμετάκλητο γεγονός του θανάτου.
Αυτό τον ταλανίζει. Ο Φόβος του Θανάτου.
Ο φόβος που τον κάνει να καταφεύγει σε λογής-λογής καιροσκόπους για να απαλύνει τον φόβο του.
Σαν έχασε
τον παράδεισο ο άνθρωπος, γεννήθηκε ο θάνατος και ο φόβος του. Από τότε ψάχνει
τρόπους να τον ξεπεράσει. Με το χρήμα, την εξουσία... και πολλές φορές
λαθεύει και νομίζει ότι είναι ανίκητος, ότι έγινε θεός. Μέχρι που έρχεται μια
ωραία πρωία και... πάρ' τον κάτω.
Και σ’ αυτή την πορεία, η ανθρωπότητα, αναζητά τη διαδικασία της δημιουργίας και προσπαθεί να την αναπαράξει, λες και θα γίνει θεός και θα νικήσει τον θάνατο.
Όλο αυτό,
είναι λάθος. Λάθος η, και καλά, επανάσταση στον παράδεισο, λάθος η αναζήτηση της
θεϊκής ισχύος, λάθος κι ο φόβος. Ο άνθρωπος δεν αναζητάει τον Θεό, αλλά την
ισχύ Του και αυτό είναι το λάθος. Είναι ο λάθος δρόμος.
Είναι ο δρόμος που φέρνει τον θάνατο και τον φόβο του.
Είναι ο δρόμος που φέρνει τον θάνατο και τον φόβο του.
Και
εξηγούμαστε για το κατά πως τα βλέπουμε εμείς:
Τί έχασε
στην πραγματικότητα ο άνθρωπος;
Ο άνθρωπος
χάνοντας τον παράδεισο, έχασε την αγκαλιά του Θεού.
Έχασε τον Πατέρα Του. Έμεινε ορφανός.
Είναι σαν τον άσωτο γιο που έφυγε από το σπίτι του. Από τότε, αφού έκανε ό,τι έκανε, θέλει να επιστρέψει. Αυτή την ανάγκη την έχει γραμμένη στο υποσυνείδητό του.
Όλοι έχουν αυτή την ανάγκη. Την ανάγκη της πατρικής αγκαλιάς. Και προσπαθεί να επιστρέψει, συνειδητά ή ασυνείδητα.
Έχασε τον Πατέρα Του. Έμεινε ορφανός.
Είναι σαν τον άσωτο γιο που έφυγε από το σπίτι του. Από τότε, αφού έκανε ό,τι έκανε, θέλει να επιστρέψει. Αυτή την ανάγκη την έχει γραμμένη στο υποσυνείδητό του.
Όλοι έχουν αυτή την ανάγκη. Την ανάγκη της πατρικής αγκαλιάς. Και προσπαθεί να επιστρέψει, συνειδητά ή ασυνείδητα.
Αλλά έχασε
τον δρόμο. Λάθεψε τη διαδρομή. Πήρε άλλες ατραπούς και παρεξέκλινε.
Είδε κι
απόειδε ο Πατέρας. Τα παιδιά Του χάθηκαν, έμπλεξαν με τις σειρήνες και τα
δελέατα και πήραν προορισμούς που τα απομάκρυναν ακόμη περισσότερο από την αγκαλιά
Του.
Και, σαν ήρθε το πλήρωμα του χρόνου, έβαλε σε εφαρμογή το από αιώνων Σχέδιό Του, για να μας λυτρώσει, να μας βοηθήσει.
Παιδιά Του είμαστε, εξάλλου.
Ποιος πατέρας δεν θα γνοιαστεί για το παιδί του;
Κι έστειλε τον Γιο Του, τον έστειλε σαν άνθρωπο, εδώ ανάμεσά μας να μας δείξει τον δρόμο της επιστροφής, τον δρόμο για την αγκαλιά Του.
Παιδιά Του είμαστε, εξάλλου.
Ποιος πατέρας δεν θα γνοιαστεί για το παιδί του;
Κι έστειλε τον Γιο Του, τον έστειλε σαν άνθρωπο, εδώ ανάμεσά μας να μας δείξει τον δρόμο της επιστροφής, τον δρόμο για την αγκαλιά Του.
Και ήρθε ο
Γιος και είπε: «Εγώ είμαι η οδός και η αλήθεια και η ζωή» και αυτό τον δρόμο και αυτή την αλήθεια και τη ζωή τα
έκανε πράξη και θυσία για να πάρουμε παράδειγμα, να μάθουμε ότι ξεχάσαμε και να
ξαναβρούμε τον δρόμο της επιστροφής για το σπίτι το πατρικό, την Πατρική
αγκαλιά.
Όσο δεν επιλέγουμε, ελευθέρα και αυτόβουλα τον δρόμο της επιστροφής, είμαστε Ορφανοί. Είμαστε χωρίς αγκαλιά, είμαστε απολωλότες, ζούμε την Μεγάλη Ορφάνια.
Ένα παιδάκι που έχασε τους γονείς του και
ψάχνει να τους βρει, χαμένο μέσα στο πλήθος, στις προκλήσεις, στους πειρασμούς,
στην απώλεια είναι και ευάλωτο στο Θάνατο.
Αυτός είναι ο Μεγάλος Φόβος, η Μεγάλη Ορφάνια.
Αυτή η ορφάνια φέρνει τον φόβο του θανάτου.
Η Ορφάνια
πονάει, πρώτα η Ορφάνια.
Άμα δεν
επιλέξει ο άνθρωπος την πατρική αγκαλιά, ποιος θα τον υιοθετήσει; Ποιος θα
ανοίξει την αγκαλιά του γι’ αυτόν;
Ένας είναι ο δρόμος και αυτόν πρέπει να διαλέξουμε.
Ένας είναι ο δρόμος και αυτόν πρέπει να διαλέξουμε.
Και άμα
επιλέξουμε την Οδό, θα πούμε σαν τον ποιητή:
«Κύριε, είσαι το καθημερινό ψωμί μας, η μεγάλη νοσταλγία μας να
ξαναγυρίσουμε - πού;
Είσαι η μήτρα που θα μας γεννήσει με το θάνατό μας. Αμήν.»
Που πάει να πει, πάει
ο θάνατος κι ο φόβος του, επειδή θα έχει τελεστεί η αναγέννησή μας.
Αμήν
Το Χαμομηλάκι
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου