Δευτέρα 30 Σεπτεμβρίου 2013

«Το απαίσιο πρόσωπο του Ναζισμού»

Ο Ναζισμός δεν έχει φίλους, έχει μόνον θύματα. 
Μεγαλύτερη απόγνωση από το Ναζισμό δεν υπάρχει.
Αλλιώς ετοιμασθείτε να κλάψετε και το δικό σας το παιδί!
Του Σεβ. Μητροπολίτη Σισανίου και Σιατίστης κ. Παύλου 

Όταν την «Χρυσή Αυγή» την χαρακτήριζα «μαύρη νύκτα», 
δεν έψαχνα να βρω δύο λέξεις για να εντυπωσιάσω. 

Χρησιμοποίησα δύο λέξεις με στόχο να αποδώσω με την μέγιστη δυνατή ακρίβεια αυτό που έβλεπα τότε με βάση την ιδεολογία, τις πρακτικές καθώς και την συνολική εμφάνιση του νεοναζιστικού μορφώματος, όσον αφορά την πραγματική ταυτότητα του και στάθηκα ιδιαίτερα απόλυτος και αυστηρός, όσον αφορά κάθε εναγκαλισμό της Χ.Α από χριστιανό η ιερωμένο.
Τότε κάποιοι θεώρησαν υπερβολικούς τους χαρακτηρισμούς μου, νομίζω πλέον ότι κανείς δεν αμφιβάλλει για την ακρίβεια των λέξεων.
Πιθανώς όμως και αυτές ακόμη οι λέξεις σήμερα να υπολείπονται πλέον της αληθείας γιατί η δολοφονία, πρώτον εν ψυχρώ και δεύτερον κατόπιν εντολής, δεν παραπέμπει μόνο στην νύκτα, αλλά κυρίως στην κόλαση.
Υπάρχει κάτι που με τρομάζει πιο πολύ από το έγκλημα. Είναι ο τρόπος του εγκλήματος. Η ψυχρότητα της εκτέλεσης. Ούτε ένα δάγκωμα της ψυχής, ούτε ένας προβληματισμός της τελευταίας στιγμής, ούτε η παραμικρή νύξη της συνείδησης, ενός υποτιθέμενου φιλήσυχου πολίτη;
Ποιά λοιπόν είναι η οργάνωση και πόσο κολασμένη είναι, που μπορεί να κάνει έναν «φιλήσυχο πολίτη» σε αδίστακτο εγκληματία;
Το έγκλημα ήταν αποτέλεσμα μιας λεηλατημένης από κάθε αξία και ισοπεδωμένης ψυχής ή ήταν καρπός ενός φόβου απέναντι σε εκείνους που τον διέταξαν να σκοτώσει;
Με την ύπαρξη τόσων ντοκουμέντων και μαρτυριών για τη σχέση του με την εγκληματική οργάνωση η προσπάθεια να παρουσιασθεί ότι έχει χαλαρή σχέση μήπως και αυτή είναι αποτέλεσμα μιας εντολής η και ενός φόβου για την δική του την ζωή;
Αλλά και η γελοία προσπάθεια των βουλευτών της Χ.Α να αποτινάξουν από πάνω τους και τον άνθρωπο και το έγκλημα δεν οδηγεί τον ταλαίπωρο και δυστυχή εγκληματία να καταλάβει ποιά τύχη τον περιμένει και τον ίδιο;
Και τα ερωτήματα συνεχίζονται: 
Άργησε η πολιτική ηγεσία να αντιληφθεί τι είναι η Χρυσή Αυγή η σιώπησε εν γνώσει της, έχοντας άλλες σκέψεις στο πίσω μέρος του εγκεφάλου της;
Αν άργησε, τότε είναι επικίνδυνη για τον τόπο λόγω αδυναμίας και ανικανότητος να συλάβει την κρισιμότητα των στιγμών και να αξιολογήσει τα δεδομένα.
Αν σιώπησε ένοχα, γιατί νόμιζε ότι μπορεί να διαχειρισθεί το πρόβλημα, τότε θυσιάζει την πατρίδα στα πολιτικά της παιγνίδια.
Έπρεπε να φθάσουμε στο αίμα για να καταθέσει ο Υπουργός όσα κατέθεσε στον Εισαγγελέα του Αρείου; 
Αυτά δεν ήταν γνωστά; Δεν ήταν δεδομένα; 
Καθ’ εαυτά δεν συνιστούσαν αδικήματα; 
Είχαν αντιμετωπισθεί σαν αδικήματα;
Αυτά δεν έδειχναν ότι πρόκειται για εγκληματική οργάνωση; 
Τις ορδές των βαρβάρων δεν τις έβλεπαν; 
Τις εικόνες των σύγχρονων ΕΣ-ΕΣ που γυρνούσαν στους δρόμους για να τρομάξουν τους Έλληνες δεν τις είχαν δει;
Αυτές οι εμφανίσεις οι ομαδικές και ο τρόπος τους, δεν πιστοποιούσαν ότι πρόκειται για παραστρατιωτική οργάνωση;
Η διαφαινομένη αποφασιστικότητα του Υπουργού και της Πολιτείας θα έχει συνέχεια και συνέπεια η είναι ένα πυροτέχνημα λόγω του εκτάκτου των γεγονότων;
Βλέπετε δεν μας έχει πείσει η πολιτική ηγεσία ότι μπορούμε να της έχουμε εμπιστοσύνη.
Πόσες φορές ακούσαμε από υπεύθυνα, υποτίθεται, πολιτικά χείλη ότι  «το μαχαίρι θα φθάσει στο κόκκαλο», αλλά αυτό δεν ακούμπησε ούτε το δέρμα;
Το ακόμη θλιβερότερο. 
Η διχοστασία της πολιτικής ηγεσίας και η απουσία καθαρού πολιτικού λόγου, η αδυναμία συνεννόησης σε μια τόσο κρίσιμη ώρα, δείχνει μια πολιτική ηγεσία ανάξια της πατρίδος και των περιστάσεων.
Ευρισκόμενος αυτές τις ημέρες εις την πατρικήν οικίαν λόγω ασθενείας άκουσα τον αρχηγίσκο του ναζιστικού μορφώματος να μιλάει με τόση αηδία για το Κοινοβούλιο και για το πολίτευμα, με το γνωστό του χιτλερικό παραλήρημα.
Διερωτώμαι: 
Δεν τον άκουσε κανένας εισαγγελικός λειτουργός;
Δεν συνιστούν οι λόγοι του προσβολή του δημοκρατικού πολιτεύματος; 
Ποιά αγωγή δίνει στα νέα παιδιά, τα οποία στερημένα ουσιαστικής παιδείας και από το σχολείο και από την οικογένεια γίνονται μα άμορφη μάζα από την οποία θα επιλέγονται οι αυριανοί εκτελεστές;
Δυό λόγια ακόμη γι’αυτούς που ψήφισαν τον Ναζισμό. 
Ίσως δεν ξέρατε. Ίσως παρασυρθήκατε; 
Τώρα καταλάβατε; 
Τώρα ξυπνήσατε; 
Τώρα δεν μπορείτε να επικαλείσθε ούτε την άγνοια, ούτε την διαμαρτυρία, ούτε την απόγνωση.
Μεγαλύτερη απόγνωση από το Ναζισμό δεν υπάρχει. Αλλιώς ετοιμασθείτε να κλάψετε και το δικό σας το παιδί!
Γιατί ο Ναζισμός δεν έχει φίλους, έχει μόνον θύματα.
το βρήκαμε στη romfea

Πέμπτη 12 Σεπτεμβρίου 2013

Η Δικαιοσύνη του Θεού και η εφαρμογή της στην κοινωνία

Η λέξη «Δικαιοσύνη» ευρίσκεται στην Καινή Διαθήκη ογδόντα οκτώ φορές. Η λέξη «δίκαιος» ογδόντα μία φορές. Δεν έχουν όμως πάντοτε την σημασία την οποίαν έχουν οι λέξεις αυτές στη σημερινή εποχή.
 
«μακάριοι οι πεινώντες και διψώντες την δικαιοσύνην»
Η λέξη «Δικαιοσύνη», πάρα πολλές φορές, ίσως τις περισσότερες, έχει την έννοια όλων των αρετών, όλων των καθηκόντων του ανθρώπου προς τον άνθρωπο και τον Θεό. Με την έννοια αυτή την χρησιμοποιεί και ο Κύριος, όταν λέγει «Πρέπον εστίν ημίν πληρώσαι πάσαν δικαιοσύνην».
Την ίδια σημασία, τις περισσότερες φορές, έχει και η λέξις «δίκαιος». Αυτό φανερώνει, πόσον μεγάλη αρετή είναι η δικαιοσύνη, αφού εκπροσωπεί, μπορεί να πει κανείς, όλες τις αρετές, ή προϋποθέτει την ύπαρξη των άλλων αρετών.

Παρ’ όλα αυτά, ευρίσκεται και με την έννοια της αποδόσεως εις ένα έκαστον ό,τι του ανήκει, δηλαδή με την έννοια την οποία χρησιμοποιούμε σήμερα την λέξη «Δικαιοσύνη» και σ’ αυτήν θα αφιερώσομε τις λίγες αυτές γραμμές.

Βλέπουμε να γίνεται ιδιαίτερος λόγος για την δικαιοσύνη του Θεού και ιδιαίτερος για την δικαιοσύνη των ανθρώπων. Ο Θεός είναι δίκαιος και «δικαιοσύνην ηγάπησεν». Με δικαιοσύνη κυβερνά τον κόσμο. Δικαιοσύνη θα αποδώσει στην άλλη ζωή. Αλλά δικαιοσύνη ζητεί και από τον άνθρωπο, «Δικαιοσύνην μάθετε οι ενοικούντες επί της γης», λέγει ο Θεός στην Παλαιά Διαθήκη ενώ ο Κύριος μακαρίζει τους «πεινώντας και διψώντας την δικαιοσύνην», εκείνους δηλαδή που σαν πείνα και δίψα επιθυμούν σφοδρά την επικράτηση της δικαιοσύνης στον κόσμο.

Είναι τόσο πολλές, άφθονες, αμέτρητες οι περιπτώσεις που παρουσιάζονται στον άνθρωπο και του δίνουν την ευκαιρία να εκδηλώσει το ωραίο αυτό αίσθημα και να το κάμει έργο, αποδίδοντας δικαιοσύνη.
Είσαι γονιός; Σου δίνεται η ευκαιρία να μοιράσεις εξ ίσου την αγάπη σου στα παιδιά σου. Εξ ίσου την περιουσία σου. Να αποδώσεις με δικαιοσύνη ό,τι ανήκει στον καθένα.

Είσαι διδάσκαλος; Σου δίνεται, καθημερινώς, η ευκαιρία να εκδηλώσεις την δικαιοσύνη σου αμείβοντας εξ ίσου τον πλούσιο και τον πτωχό μαθητή σου, όταν εξ ίσου κουράστηκαν και απέδωσαν.

Είσαι προϊστάμενος; Δείξε την δικαιοσύνη σου στους υφισταμένους σου. Πλήρωσε τον καθένα σύμφωνα με την αξία του.

Είσαι έμπορος; Προσπάθησε να εργασθείς με δικαιοσύνη στις δοσοληψίες σου. Δεν είναι δίκαιο να νοθεύεις το εμπόρευμα σου. Δεν είναι δίκαιο να ζυγίζεις λειψά. Δεν είναι δίκαιο να πωλήσεις σε υπέρογκη τιμή.

Είσαι δικηγόρος; Μην αναλάβεις να υποστηρίξεις το άδικο. Μην ζήτησεις ψευδομάρτυρες για να υποστηρίξεις την αδικία. Καλλίτερα να χάσης ένα κέρδος, το μισθό της αδικίας.
Οποιοσδήποτε κι αν είσαι, θέσε στην ψυχή σου τον ζυγό της δικαιοσύνης και ζύγιζε την κάθε πράξη σου. Μίλησε δίκαια, ομολόγησε το δίκιο, έστω και αν θίγει τα ατομικά σου συμφέροντα ή τον εγωισμό σου. Κοίταξε τα όλα με την ανωτερότητα, που απαιτεί η δικαιοσύνη.

Γίνε νικητής της αδικίας για να βρεις την ειρήνη της ψυχής σου.

Υπάρχουν πολύ συχνά και περιπτώσεις, που δεν καλείσαι συ ο ίδιος να αποδώσεις το δίκαιο. Βλέπεις όμως μπροστά σου να καταπατείται η δικαιοσύνη. Τι θα κάμεις τότε; Θα σταθείς ψυχρός παρατηρητής και αδιάφορος; Θα κρίνεις ή θα κατακρίνεις σαν ουδέτερος, χωρίς ωφέλεια και αποτέλεσμα; Όχι. Αν βλέπεις το άδικο, πρέπει να ενδιαφερθείς, να κάνεις ό,τι μπορείς, για να προλάβεις ή να σταματήσεις το κακό. Μην υπολογίσεις τα δυσμενή σχόλια των άλλων. Μην υποχώρησεις όταν συναντήσεις το πρώτο εμπόδιο. Αγωνίσου για τη δικαιοσύνη. Μην αφήσεις ασύδοτη την αδικία.

Υπάρχουν παραδείγματα της καθημερινής ζωής αμέτρητα, που φανερώνουν πόσες αδικίες μπόρεσαν να προλάβουν άνθρωποι, που είδαν την αδικία και πόνεσαν γι’ αυτήν και προσπάθησαν με κάθε μέσο που διέθεταν να την προλάβουν και να την επανορθώσουν.

Υπάρχουν και παραδείγματα ανθρώπων, που δεν κατόρθωσαν να αντισταθούν στην αδικία, αν και την γνώριζαν. Ο Πόντιος Πιλάτος γνώριζε ότι αδίκως οδήγησαν οι Ιουδαίοι τον Κύριο στο πραιτόριο για να τον θανατώσουν. «Ουχ ευρίσκω εν αυτώ αιτίαν» λέγει. Γνώριζε ότι, από φθόνο εκινούντο οι Ιουδαίοι «ήδει γάρ ότι δια φθόνον παρέδωκαν αυτόν». Προτείνει την απόλυση του Κυρίου. Ο όχλος των Ιουδαίων επιμένει. Ο Πιλάτος προσπαθεί να αποφυγή την άδικη σταύρωση του Κυρίου. Οι Ιουδαίοι ζητούν να τον φέρουν αντιμέτωπο με τον Καίσαρα. Ο Πιλάτος κλονίζεται, υποχωρεί, νίπτει τας χείρας του, νομίζοντας ότι απαλλάσσεται της ευθύνης. Πιστεύει, ότι έχει απέναντι του τον Δίκαιον. «Αθώος, λέγει, ειμί από του αίματος του δικαίου τούτου», και όμως, υπογράφει την θανατική καταδίκη του Κυρίου.

Είναι τα ελεεινά και αξιοθρήνητα παραδείγματα των ανθρώπων, που βλέπουν την αδικία, αλλά δεν έχουν την ψυχική δύναμη να αντισταθούν σ’ αυτήν και να επιβάλουν την δικαιοσύνη.

Πόσον ευτυχής θα ήταν ο άνθρωπος, αν είχε στη ζωή του, σαν κανόνα την δικαιοσύνη! Και στην οικογένεια και στην αγορά και στην εκκλησία και στο σχολείο και στους νόμους και στα δικαστήρια και στο στρατό και στο λαό, θα επικρατούσε η τάξη και η αρμονία.

Και αν οι κυβερνήσεις ρύθμιζαν με δικαιοσύνη τις σχέσεις των κρατών, ο κόσμος αυτός θα ήταν η επί της γης Βασιλεία του Θεού.

Γ. Π. ΣΩΤΗΡΙΟΥ
ΑΓΚΑΘΙΑ ΚΑΙ ΛΟΥΛΟΥΔΙΑ

Κυριακή 8 Σεπτεμβρίου 2013

Τι είναι οι Πατέρες της Εκκλησίας

Αέναη επΑνάσταση · Τι είναι οι Πατέρες της Εκκλησίας
★ Έχει πολύ ενδιαφέρον να δούμε σ'αυτό το άρθρο, ποιοι είναι οι Πατέρες και οι Διδασκάλοι της Εκκλησίας μας και σε ποιες κατηγορίες τους χωρίζουμε. ★
Θεόδωρος Ρηγινιώτης, Θεολόγος

Πατέρες και πατερικότητα της χριστιανικής θεολογίας
Πατέρες και Διδασκάλους της Εκκλησίας (ή, εν συντομία, απλώς Πατέρες της Εκκλησίας) ονομάζουμε τους χριστιανούς ιερείς όλων των βαθμίδων1 (αλλά και μερικούς που δεν ήταν ιερείς) που αναγνωρίστηκαν ως πνευματικοί διδάσκαλοι και αναδείχθηκαν ως συγγραφείς διατυπώνοντας, οριοθετώντας και υπερασπιζόμενοι το χριστιανικό δόγμα2.
Κατά το δυτικό σχολαστικισμό, δηλαδή τη φιλοσοφική θεολογία που αναπτύχθηκε στη δυτική Ευρώπη μετά το Σχίσμα του 1054 και έφτασε στην ακμή της κατά το μεσαίωνα, η πατερική εποχή σταματά στον 6ο αιώνα μ.Χ. για τη δυτική Εκκλησία (τελευταίος δυτικός Πατέρας ο άγιος Ισίδωρος Σεβίλλης) και στον 8ο αιώνα για την ανατολική (τελευταίος ανατολικός Πατέρας ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός). 
Η νεώτερη ιστορική και φιλολογική έρευνα, που αναπτύχθηκε στη δύση και υιοθέτησε τα κριτήρια του σχολαστικισμού, υιοθέτησε και αυτή την ιδέα και διαχωρίζει την «πατερική γραμματεία» (τα έργα των Πατέρων μέχρι τον 8ο αιώνα) από τη «βυζαντινή γραμματεία», δηλαδή τα έργα των Βυζαντινών συγγραφέων μετά τον 8ο αιώνα.
Η Ορθόδοξη Εκκλησία όμως θεωρεί ότι η θεολογία της είναι πάντα πατερική και μόνο στο βαθμό που συνεχίζει να είναι πατερική μπορεί να είναι επίσης έγκυρη και αληθής
Έτσι, διακρίνει φορείς του πατερικού της πνεύματος σε όλους τους χριστιανικούς αιώνες, από το 2ο (πρώτη μετά τους αποστόλους γενιά, άγιοι Κλήμης Ρώμης, Πολύκαρπος Σμύρνης, Ιγνάτιος Αντιοχείας ο Θεοφόρος κ.ά.) μέχρι τους υστεροβυζαντινούς χρόνους (π.χ. άγιοι Γρηγόριος Παλαμάς, 14ος αι., Μάρκος Ευγενικός, 15ος αι.) αλλά και μετά το Βυζάντιο (άγ. Νικόδημος ο Αγιορείτης, 18ος-19ος αι., οι Ρώσοι άγιοι του 19ου αι. Ιγνάτιος Μπραντσιανίνωφ και Θεοφάνης ο Έγκλειστος, Ιννοκέντιος Βενιαμίνωφ κ.ά.), ενώ και σήμερα διαφαίνονται έντονα αρκετοί αυθεντικοί φορείς του πατερικού πνεύματος της εκκλησιαστικής θεολογίας, κάποιοι από τους οποίους έχουν αναγνωριστεί επίσημα ως άγιοι [π.χ. οι άγιοι Νεκτάριος Πενταπόλεως, Λουκάς ο Ιατρός, Ιωάννης της Σαγκάης (Μαξίμοβιτς), Νικόλαος Αχρίδος (Βελιμίροβιτς) κ.ά.], ενώ άλλοι, αν και δεν έχουν αναγνωριστεί «επίσημα», με εκκλησιαστική «απόφαση» οποιουδήποτε είδους, αναγνωρίζονται στην πράξη ως τέτοιοι, όπως π.χ. οι άγιοι διδάσκαλοι Ιουστίνος Πόποβιτς, Σωφρόνιος Σαχάρωφ, Φιλόθεος Ζερβάκος κ.ά.
Η εμμονή της Εκκλησίας στην πατερικότητα της θεολογίας της οφείλεται στο ότι θεωρεί τους Πατέρες αγίους, δηλαδή ανθρώπους με αυθεντική, χριστιανικώς εννοούμενη, σχέση με την άκτιστη (θεϊκή) πραγματικότητα, και ως εκ τούτου αξιόπιστους εκφραστές της δογματικής διδασκαλίας της, στην εγκυρότητα της οποίας υπεισέρχεται και ο παράγοντας της «θεοπνευστίας». 
Το χριστιανικό δόγμα εκφράζεται με το «φωτισμό του Αγίου Πνεύματος» (δηλ. του ίδιου του Θεού) και όχι με διανοητικούς συλλογισμούς –αυτή είναι και η ειδοποιός διαφορά ανάμεσα στη φιλοσοφία και τη θεολογία.
Για την Εκκλησία, βέβαια, η διαφορά αυτή έγκειται όχι στην επίκληση «αγιοπνευματικού φωτισμού», δηλαδή «θρησκευτικής αυθεντίας», αλλά στην πραγματική ύπαρξη του υπερβατικού αυτού στοιχείου, αλλιώς (αν έχουμε και στις δυο περιπτώσεις οντολογικά και σωτηριολογικά συστήματα κατασκευασμένα με ανθρώπινες διανοητικές διεργασίες, που απλώς επικαλούνται, για λόγους κύρους, κάποια επαφή με το θεϊκό Επέκεινα) αντικειμενική διαφορά μεταξύ θεολογίας και φιλοσοφίας ουσιαστικά δεν υπάρχει3.

Πατέρες και φιλοσοφία
Σημειωτέον ότι το πατερικό έργο δεν εξαντλείται στην οριοθέτηση του χριστιανικού δόγματος, αλλά και αναπτύσσεται σε πλήθος ζητημάτων, που αφορούν στη διερεύνηση της ανθρώπινης φύσης, ιδίως της ψυχής, και τη σχέση του ανθρώπου με τον εαυτό του, το συνάνθρωπο, τον κόσμο και το Θεό, δηλαδή στη θεραπεία των συνεπειών του προπατορικού αμαρτήματος για κάθε άνθρωπο, για την ανθρωπότητα και για όλη την κτίση. 
Επίσης το πατερικό έργο βρίσκεται σε διαρκή διάλογο με τη φιλοσοφία και την επιστήμη της εποχής του (κάθε φορά). Κατά τούτο έχει νόημα η εξέταση των πατερικών συγγραμμάτων και από φιλοσοφικής απόψεως, καθώς αποτελούν ένα από τα πιο γόνιμα κεφάλαια της παγκόσμιας διανόησης. 
Δυστυχώς η επιστήμη της ιστορίας της φιλοσοφίας αγνοεί τη συμβολή τους, αν και σήμερα, μετά τις προσπάθειες Ελλήνων ερευνητών (όπως ο Κ. Δ. Γεωργούλης, ο Βασίλειος Τατάκης, ο επίσκοπος Περγάμου π. Ιωάννης Ζηζιούλας, ο Χρήστος Γιανναράς, ο π. Νικόλαος Λουδοβίκος κ.ά.), η συμβολή τους αρχίζει να βγαίνει στο φως.
«Ένας ορθόδοξος νους στέκεται στο σημείο όπου συναντιούνται όλοι οι δρόμοι. Κοιτά προσεκτικά κάθε δρόμο και, από τη μοναδική του πλεονεκτική θέση, παρατηρεί τις συνθήκες, τους κινδύνους, τις χρήσεις και τον τελικό προορισμό κάθε δρόμου. Εξετάζει κάθε δρόμο από την πατερική σκοπιά, καθώς οι προσωπικές του πεποιθήσεις έρχονται σε πραγματική, όχι υποθετική, επαφή με την περιβάλλουσα κουλτούρα» (Ιβάν Κιρεγιέφσκι, ορθόδοξος Ρώσος συγγραφέας, παράθεμα από το βιβλίο «Η ορθοδοξία και η θρησκεία του μέλλοντος» του π. Σεραφείμ Ρόουζ).
Οι Πατέρες της αρχαίας Εκκλησίας έχουν στο οπλοστάσιό τους ολόκληρη την ελληνική φιλοσοφία, άλλωστε είναι οι ίδιοι και φιλόσοφοι. Μόνο που εκείνοι δεν ενδιαφέρονται να «ερμηνεύσουν τον κόσμο» ή να περιγράψουν τους φυσικούς νόμους και τη λειτουργία τους –φευ για τη σύγχρονη υλιστική μας επιστήμη– αλλά για τη θέωση, που τη θεωρούν απαραίτητη...